Who is the master? Who is the slave?
Treat me like a curse
Then tell me I'm your saviour
I'm never with the stranger
I used to know so well
Waiting for your answer
Is a kind of torture
Could I grow accustomed to this kind of hell?
Are you walking the dog,
'cause that dog isn't new
Are you out of control, is that dog walking you
Haven't you had enough, now your time is up
Baby show me your hand
Voices start to ring in your head
Tell me what do they say
Distant echoes from another time
Start to creep in your brain
So you claim "madness"
like it's convenient
You do it so often that you
start to believe it
You have demons so nobody can blame you
But who is the master and who is the slave?
First you say you love me
Then you wanna leave me
Then you say you're sorry
You play the game so well
I bought your illusion
You're the greatest salesman
How could I refuse you
When you sold it to yourself
Are you walking the dog,
'cause that dog isn't new
Are you out of control, is that dog walking you
Haven't you had enough, now your time is up
Baby show me your hand
Voices start to ring in your head
Tell me what do they say
Distant echoes from another time
Start to creep in your brain
So you claim "madness"
like it's convenient
You do it so often that you
start to believe it
You have demons so nobody can blame you
But who is the master and who is the slave?
26.5.08
24.5.08
ΕΑΡ ΣΑΝ ΠΑΝΤΑ
Καλύπτουσα τα κύματα του δορυάλωτου χωριού με το κόκκινό της φόρεμα
Πρώτα μικρή κ’ έπειτα μεγάλη
Ανεβαίνει στην κορυφή του πύργου
Και πιάνει τα σύννεφα και τα συνθλίβει επί του στήθους της
Ίσως ποτέ να μην υπήρξε μεγαλείτερος καϋμός απ’ τον δικό της
Ίσως ποτέ να μην έπεσαν ψίθυροι πιο πεπυρακτωμένοι στην επιφάνεια ενός προσώπου
Ίσως ποτέ δεν εξετέθη στην κατανόησι ανθρώπου έκθεσις πιο εκτεταμένη
Έκθεσις πιο ποικίλη πιο περιεκτική από την ιστορία που λεν τα νέφη αυτής της εξομολογήσεως
Εδώ κ’ εκεί τα κόβουν λαιμητόμοι
Θερμές σταγόνες πέφτουνε στην γη
Ο γήλοφος που σχηματίσθηκε στο κυριώτερο σημείο της πτώσεως
Φουσκώνει και ανεβαίνει ακόμη
Κανείς δασμός δεν είναι βαρύτερος από μια τέτοια σταγόνα
Κανένα διαμάντι πιο βαρύ
Κανείς μνηστήρ πιο πλήρης πάθους
Στιλπνά τα κράσπεδα του λόφου και γυαλίζουνε στον ήλιο
Στην κορυφή του περιμένει μια λεκάνη
Είναι γιομάτη ως επάνω
Κι απ’ τα νερά της αναδύεται μια πολύ μικρή παιδίσκη ωραιoτάτη.
Ελπίδα μας αυριανή.
Πρώτα μικρή κ’ έπειτα μεγάλη
Ανεβαίνει στην κορυφή του πύργου
Και πιάνει τα σύννεφα και τα συνθλίβει επί του στήθους της
Ίσως ποτέ να μην υπήρξε μεγαλείτερος καϋμός απ’ τον δικό της
Ίσως ποτέ να μην έπεσαν ψίθυροι πιο πεπυρακτωμένοι στην επιφάνεια ενός προσώπου
Ίσως ποτέ δεν εξετέθη στην κατανόησι ανθρώπου έκθεσις πιο εκτεταμένη
Έκθεσις πιο ποικίλη πιο περιεκτική από την ιστορία που λεν τα νέφη αυτής της εξομολογήσεως
Εδώ κ’ εκεί τα κόβουν λαιμητόμοι
Θερμές σταγόνες πέφτουνε στην γη
Ο γήλοφος που σχηματίσθηκε στο κυριώτερο σημείο της πτώσεως
Φουσκώνει και ανεβαίνει ακόμη
Κανείς δασμός δεν είναι βαρύτερος από μια τέτοια σταγόνα
Κανένα διαμάντι πιο βαρύ
Κανείς μνηστήρ πιο πλήρης πάθους
Στιλπνά τα κράσπεδα του λόφου και γυαλίζουνε στον ήλιο
Στην κορυφή του περιμένει μια λεκάνη
Είναι γιομάτη ως επάνω
Κι απ’ τα νερά της αναδύεται μια πολύ μικρή παιδίσκη ωραιoτάτη.
Ελπίδα μας αυριανή.
(Από την ΕΝΔΟΧΩΡΑ
του Ανδρέα Εμπειρίκου)
22.5.08
Άσε με άνθρωπε να κάνω ότι αισθάνομαι
Μέλυδρον
Στίχοι: Μάνος Ξυδούς
Μουσική: Μάνος Ξυδούς & Νίκος Σπυρόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Πυξ Λαξ
Θέλω να τρέξω να πετάξω να χαθώ
όμως φοβάμαι τι θα γίνει αν γυρίσω
τον εαυτό μου να γελάσω προσπαθώ
μα κάπου μέσα μου βαθειά δεν θα τον πείσω.
Αυτά σκεφτότανε τα βράδια στη δουλειά
κι η γκρίζα αύρα της γινότανε πιο μαύρη
θλιμμένα ναι, καλά ευχαριστώ
μα άλλο πράγμα τη τρυπάει και τη χαλάει..
Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα
κι αν έχεις βρει πολλές στεριές καμία δεν σ' αράζει
δώσ' μου για φιλοδώρημα τραγούδι με τη μπάντα
είναι ωραία η θάλασσα γιατί με σένα μοιάζει.
Άσε με άνθρωπε να κάνω ότι αισθάνομαι
βαρέθηκα για πράγματα σωστά να μου μιλάνε
πες μου μονάχα τι ποτό γεμίζει το ποτήρι σου
κι αν θέλεις περισσότερο εδώ δε σε κερνάνε.
Δε τελειώνει η ζωή σε μία άρνηση
κι αν έχεις άντερα την άρνηση ακολούθα
τι σε πειράζει αν σε δείχνουνε στο σπίτι σου
γιατί εφόρεσες ανάποδα τα ρούχα.
Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα
κι αν έχεις βρει πολλές στεριές καμία δεν σ' αράζει
δώσ' μου για φιλοδώρημα τραγούδι με τη μπάντα
είναι ωραία η θάλασσα γιατί με σένα μοιάζει.
Στίχοι: Μάνος Ξυδούς
Μουσική: Μάνος Ξυδούς & Νίκος Σπυρόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Πυξ Λαξ
Θέλω να τρέξω να πετάξω να χαθώ
όμως φοβάμαι τι θα γίνει αν γυρίσω
τον εαυτό μου να γελάσω προσπαθώ
μα κάπου μέσα μου βαθειά δεν θα τον πείσω.
Αυτά σκεφτότανε τα βράδια στη δουλειά
κι η γκρίζα αύρα της γινότανε πιο μαύρη
θλιμμένα ναι, καλά ευχαριστώ
μα άλλο πράγμα τη τρυπάει και τη χαλάει..
Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα
κι αν έχεις βρει πολλές στεριές καμία δεν σ' αράζει
δώσ' μου για φιλοδώρημα τραγούδι με τη μπάντα
είναι ωραία η θάλασσα γιατί με σένα μοιάζει.
Άσε με άνθρωπε να κάνω ότι αισθάνομαι
βαρέθηκα για πράγματα σωστά να μου μιλάνε
πες μου μονάχα τι ποτό γεμίζει το ποτήρι σου
κι αν θέλεις περισσότερο εδώ δε σε κερνάνε.
Δε τελειώνει η ζωή σε μία άρνηση
κι αν έχεις άντερα την άρνηση ακολούθα
τι σε πειράζει αν σε δείχνουνε στο σπίτι σου
γιατί εφόρεσες ανάποδα τα ρούχα.
Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα
κι αν έχεις βρει πολλές στεριές καμία δεν σ' αράζει
δώσ' μου για φιλοδώρημα τραγούδι με τη μπάντα
είναι ωραία η θάλασσα γιατί με σένα μοιάζει.
21.5.08
Βάλτος
Η αυτοτιμωρία είναι μια πολύ ιδιόρρυθμη λέξη. Τιμωρώ τον εαυτό μου, για κάτι που έχω κάνει, ή που νομίζω ότι έχω κάνει. Σίγουρα δεν νομίζω ότι κανείς μπορεί με τον οποιοδήποτε τρόπο αυτοτιμωρίας να πάει μπροστά. Μόνο να βαλτώσει.
Και στην περίπτωσή μου δεν έχουμε σίγουρα να κάνουμε με αυτοτιμωρία. Με βάλτο ίσως, μα για άλλους τελείως λόγους. Όχι όμως με αυτοτιμωρία.
Αυτοτιμωρία θα ήταν αν κυνηγούσα να ξορκίσω τα φαντάσματα του παρελθόντος μου. Αυτοτιμωρία θα ήταν αν προσπαθούσα να εξιλεωθώ για πράγματα που έκανα, για καταστάσεις που δημιούργησα, για πληγές που προκάλεσα, και που συνέχισα να τις ξύνω και να τους ρίχνω αλάτι.
Εδώ όμως δε μιλάμε για παρελθόν, αλλά για μια κατάσταση υπαρκτή που κανείς δεν την ξεκίνησε ηθελημένα, αλλά κανείς κιόλας δεν προσπάθησε να την τελειώσει.
Το κάθε ένα από όλα τα μικρά γεγονότα, μπορεί να είναι από μόνο του τελείως ανούσιο και ανάξιο λόγου ίσως, όμως το κάθε ένα από αυτά τα γεγονότα, προξενεί αλυσιδωτές αντιδράσεις, πάντα διαφορετικές στο μυαλό του κάθε ανθρώπου, με μοναδικό αποτέλεσμα να οδηγεί κανείς την σκέψη του εκεί που ο ίδιος θέλει, συνεπικουρούμενος από τις "σοφές" γνώμες ανθρώπων που δεν έζησαν τις καταστάσεις τις ίδιες, που διασκεδάζουν από αυτά τα παιχνίδια, που ξέρουν τον ένα από τους δύο, ή ακόμη και στην περίπτωση που ξέρουν και τους δύο, επ'ουδενί δεν ξέρουν τι γίνεται μέσα στα μυαλά τους.
Άρα δεν νομίζω ότι μιλάμε για κανενός είδους αυτοτιμωρίας, ούτε κυριολεκτικά, ούτε μεταφορικά.
Μιλάμε για ανθρώπους, που ψάχνουν απαντήσεις, μιλάμε για ανθρώπους που έχουν συναισθήματα, για ανθρώπους που δεν φοβούνται να πονέσουν, που κοιτάνε μπροστά χωρίς να διαγράφουν το πίσω, για ανθρώπους που δεν φοβούνται να απογυμνώσουν την ψυχή τους, και που όταν το κάνουν δε το μετανιώνουν, που δεν φοβούνται να δώσουν και να δείξουν ό,τι κρύβουν μέσα τους, όπως κι αν λέγεται αυτό.
Σίγουρα δεν είναι όμως αυτοτιμωρία. Αυτοκαταστροφή μπορεί, αυτοτιμωρία όχι.
Μπορώ να σου πω πολλά πράγματα ακόμα που δεν είναι αυτοτιμωρία, και άλλα τόσα και ακόμα περισσότερα που είναι.
Όμως για μένα δεν είναι εκεί το θέμα.
Το θέμα είναι να στο να μπορείς να επικοινωνείς με τους ανθρώπους, να ζητάς αυτό που θέλεις, όπως ακριβώς το θέλεις, έχοντας ανθρώπους ζωντανούς, χειροπιαστούς. Να μην είσαι ταμπουρωμένος πίσω από την ασφάλεια μια οθόνης, την ασφάλεια ενός avatar. Να το ζητάς εσύ για σένα τον ίδιο, και να ξέρεις γιατί το ζητάς.
Βάλτος μπορεί και να είναι, αυτοτιμωρία όμως όχι.
Στον βάλτο όμως να ξέρεις, δε μπαίνει κανείς με την θέλησή του, αν δεν υπάρχει λόγος. Στο βάλτο θα βρεθείς μόνο αν κάποιος σε πετάξει, ή αν δεις κάποιον άλλον να είναι μέσα και σου φωνάζει ότι πνίγεται και αποφασίσεις εσύ να μπεις, για τους δικούς λόγους.
Μόλις βάλεις το ένα σου πόδι στον βάλτο, και νιώσεις την στέρεη γη να χάνεται, το στεγνό χώμα να εξαφανίζεται, τότε είναι που θα πρέπει να σκεφτείς αν θα μπεις πιο μέσα ή αν θα βγεις και θα γυρίσεις την πλάτη σου. Αν νοιάζεσαι για αυτόν που φώναζε, θα προσπαθήσεις να τον τραβήξεις μαζί σου έξω, ακόμα και αν εκείνος λέει σταμάτα να ασχολείσαι με το αν υφίσταμαι ή δεν υφίσταμαι.
Είναι κάτι που είναι πέρα από κάθε λογική και πέρα από κάθε συναίσθημα.
ΥΓ. Χρόνια σου πολλά μικρέ
Βγαίνοντας από την αυλή σου, κοίτα την μάντρα δεξιά σου.
Και να ξέρεις, πως ό,τι προκαλείς, στο τέλος της μέρας σίγουρα δεν είναι μόνο δικό σου, ειδικά αν το έχεις μοιραστεί.
Είναι κάτι που είναι πέρα από κάθε λογική και πέρα από κάθε συναίσθημα.
ΥΓ. Χρόνια σου πολλά μικρέ
Βγαίνοντας από την αυλή σου, κοίτα την μάντρα δεξιά σου.
Και να ξέρεις, πως ό,τι προκαλείς, στο τέλος της μέρας σίγουρα δεν είναι μόνο δικό σου, ειδικά αν το έχεις μοιραστεί.
18.5.08
ΕΚΘΕΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ "ΠΩΣ ΠΕΡΑΣΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΟΥ" ή ΤΟ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ
Κυριακή πρωί 9.30.
Χτυπάει το τηλέφωνο.
Το βρίσκω μέσα στα σκεπάσματα. (Τις τελευταίες μέρες το έχω πάντα μαζί μου στο κρεββάτι, μη τυχόν και θελήσεις κάτι μέσα στη νύχτα)
Ήσουν εσύ.
Τι είναι σε ρωτάω τρομαγμένος.
Τίποτα γελάς από την άλλη την άλλη μεριά.
Τότε;
Ετοιμάσου
Γιατί;
Θα πάμε εκδρομή.
Που;
Θα δεις, θα σου αρέσει.
Σε 15 λεπτά είμαι έτοιμος και σε περιμένω.
Φτάνεις με το καινούριο αυτοκίνητο.
Άσπρο, λαμπερό, γυαλιστερό.
Προσπαθώ να καταλάβω αν λάμπεις εσύ ή το αυτοκίνητο πιο πολύ.
Μάλλον εσύ.
Μέχρι και τα αυτιά σου γελάνε.
Μπες γρήγορα.
Που πάμε;
Στο Σούνιο, αφού εκεί σου αρέσει.
Που το ήξερες;
Ξέρεις πόσες φορές μου το έχεις πει;
Άκου πως κορνάρει, άκου άκου!!
Κοίτα πως φαίνεται ο ουρανός από την ηλιοροφή
Σαν παιδί ανήμερα Χριστούγεννα με το καινούριο του παιχνίδι κάνεις
Και τι θα κάνουμε τόσο πρωί στο Σούνιο;
Έχει κρύο για να κολυμπίσουμε.
Θα δούμε.
Μεγάλη διαδρομή, αλλά τόσο όμορφη, και αυτή την φορά, πιο όμορφη από όλες τις άλλες.
Θέλεις να καθίσουμε στην θάλασσα, ή να πάμε πρώτα στις κολώνες;
Στη θάλασσα θέλω, είπα. Ξέρω ένα μικρό λιμανάκι που μάλλον δε θα έχει κόσμο.
Φτάσαμε. Κατεβήκαμε και όντως ήμασταν ολομόναχοι.
Βγάλαμε τα παπούτσια, και ξαπλώσαμε όσο πιο κοντά στο νερό γινόταν.
Να βρέχονται τα πόδια μας.
Δίπλα, δίπλα.
Και μετά άρχισες να μιλάς, συνέχεια.
Δεν έβαζες γλώσσα μέσα.
Έλεγες για τα πάντα. Τις μουσικές σου, τις ζωγραφιές σου, τα φυτά σου, το χώμα, το σιτάρι,
το αυτοκίνητο.
Μίλαγες συνέχεια και έλαμπες, εσύ κι ήλιος από πάνω σου.
Μετά άρχισες να λες για τα ταξίδια που θες να κάνεις.
Σου υποσχέθηκα να σε πάω στην Σικελία. Σύντομα.
Όλη αυτή την ώρα που μίλαγες, είχες τα μάτια ανοιχτά και κοίταζες τον ήλιο.
Δεν ξέρω ποιός έλαμπε πιο πολύ.
Εγώ είχα γυρίσει στο πλάι και σε κοίταζα, δεν ήθελα να μιλήσω καθόλου.
Πρώτη φορά μίλαγες τόσο πολύ, και έλεγες μόνο για χαρούμενα πράγματα, και για σχέδια για το μέλλον
Ούτε αρρώστιες, ούτε καβγάδες, τίποτα.
Φοβόμουν να σε σταματήσω,μη τυχόν και θυμηθείς.
Ξάφνου σηκώθηκες και άρχισες να με βρέχεις. Δεν κουνήθηκα.
Έλα βρέξε με και συ.
Βρέχαμε ο ένας τον άλλον σαν πεντάχρονα, και γέλαγες συνέχεια.
Ξαναξαπλώσαμε να στεγνώσουμε. Πήγα να ανάψω τσιγάρο, ήταν μούσκεμα.
Και τα δικά σου το ίδιo.
Δεν πειράζει, θα το κόψουμε σήμερα, είπες, και σηκώθηκες.
Πάμε στις κολώνες, και άρχισες να τρέχεις. Πιάσε με, πιάσε με.
Με τα πόδια μου είπες θα πάμε.
Και συνέχισες να τρέχεις.
Όταν φτάσαμε, πήγες και κάθησες άκρη άκρη κοντά στο γκρεμό.
Ήρθα και κάθησα δυο μέτρα πιο πίσω.
Μη φοβάσαι, έλα δίπλα μου.
Δεν θέλω, προτιμώ να σε βλέπω.
Εσένα και την θάλασσα. Μαζί.
Και ήταν η πιο όμορφη Κυριακή.
ΟΜΩΣ δεν έγινε έτσι....
Είναι 9.30 το πρωί και ξυπνάω από τους πόνους.
Πλέον έχει μελανιάσει όλη η αριστερή μου πλευρά από το πέσιμο.
Έχει περάσει πάνω από ένα εικοσιτετράωρο, και εξακολουθώ να μην θυμάμαι τίποτα.
Προσπαθώ να ξαναφέρω το βράδυ της Παρασκευής στο μυαλό μου, και όμως το μόνο
που υπάρχει είναι κενό, και κάποια σκόρπια κομματάκια από ό,τι μου περιέγραψαν το Σάββατο.
Μα δε θυμάσαι τίποτα;
Πολύ λίγα πράγματα.
Ότι σε κρατάγαμε να μην πας;
Όχι.
Ότι βγήκες έξω;
Ναι.
Τι έλεγες, τι σου είπε;
Όχι, όχι, τίποτα.
Το χέρι σου που το έκοψες;
Δεν θυμάμαι.
Μου φαίνεται ότι τον χτύπησα, αλλά δεν είμαι και σίγουρος.
Κάτι για τον Προυστ θυμάμαι, κάτι για παϊδάκια μάλλον.
Δεν μπορώ να θυμηθώ.
Μετά πριν φύγεις που λες πάω να τον βρίσω και φεύγω....;
Ότι εσύ του έλεγες κάτι, και αυτός γέλαγε...;
Όχι
Τίποτα.
Που έπεσες, πως έπεσες;
Στο σπίτι, αλλά δεν θυμάμαι πιο πολύ.
Κυριακή όλη μέρα στο κρεββάτι να προσπαθώ να βρω πως να πονάω λιγότερο.
Και πως θα καταφέρω να κοιμηθώ.
Μόλις με έπαιρνε ο ύπνος, άρχιζε να σηκώνεται το κρεββάτι και να χαμηλώνει το ταβάνι.
Και πάλι να ξυπνάω, και να προσπαθώ να θυμηθώ.
Μάταιο.
Το μόνο που θυμάμαι σίγουρα είναι ότι χθες ζήτησα συγγνώμη.
Και είχα και το θράσος να του ζητήσω να το ξεχάσει αυτό που έγινε.
Και είπε ότι έτσι κι αλλιώς δεν έχει νόημα.
Δεν κατάλαβα τι εννοούσε, και ντράπηκα και φοβήθηκα να ρωτήσω.
Κυριακή αργά το απόγευμα αποφασίζω ότι πρέπει να σηκωθώ όσο και αν πονάω.
Πάνω στο γραφείο βρίσκω το δεύτερο εισιτήριο, ολόκληρο.
Τελικά απορώ ώρες ώρες, αν υπάρχει κάτι που να έχει νόημα.
Χτυπάει το τηλέφωνο.
Το βρίσκω μέσα στα σκεπάσματα. (Τις τελευταίες μέρες το έχω πάντα μαζί μου στο κρεββάτι, μη τυχόν και θελήσεις κάτι μέσα στη νύχτα)
Ήσουν εσύ.
Τι είναι σε ρωτάω τρομαγμένος.
Τίποτα γελάς από την άλλη την άλλη μεριά.
Τότε;
Ετοιμάσου
Γιατί;
Θα πάμε εκδρομή.
Που;
Θα δεις, θα σου αρέσει.
Σε 15 λεπτά είμαι έτοιμος και σε περιμένω.
Φτάνεις με το καινούριο αυτοκίνητο.
Άσπρο, λαμπερό, γυαλιστερό.
Προσπαθώ να καταλάβω αν λάμπεις εσύ ή το αυτοκίνητο πιο πολύ.
Μάλλον εσύ.
Μέχρι και τα αυτιά σου γελάνε.
Μπες γρήγορα.
Που πάμε;
Στο Σούνιο, αφού εκεί σου αρέσει.
Που το ήξερες;
Ξέρεις πόσες φορές μου το έχεις πει;
Άκου πως κορνάρει, άκου άκου!!
Κοίτα πως φαίνεται ο ουρανός από την ηλιοροφή
Σαν παιδί ανήμερα Χριστούγεννα με το καινούριο του παιχνίδι κάνεις
Και τι θα κάνουμε τόσο πρωί στο Σούνιο;
Έχει κρύο για να κολυμπίσουμε.
Θα δούμε.
Μεγάλη διαδρομή, αλλά τόσο όμορφη, και αυτή την φορά, πιο όμορφη από όλες τις άλλες.
Θέλεις να καθίσουμε στην θάλασσα, ή να πάμε πρώτα στις κολώνες;
Στη θάλασσα θέλω, είπα. Ξέρω ένα μικρό λιμανάκι που μάλλον δε θα έχει κόσμο.
Φτάσαμε. Κατεβήκαμε και όντως ήμασταν ολομόναχοι.
Βγάλαμε τα παπούτσια, και ξαπλώσαμε όσο πιο κοντά στο νερό γινόταν.
Να βρέχονται τα πόδια μας.
Δίπλα, δίπλα.
Και μετά άρχισες να μιλάς, συνέχεια.
Δεν έβαζες γλώσσα μέσα.
Έλεγες για τα πάντα. Τις μουσικές σου, τις ζωγραφιές σου, τα φυτά σου, το χώμα, το σιτάρι,
το αυτοκίνητο.
Μίλαγες συνέχεια και έλαμπες, εσύ κι ήλιος από πάνω σου.
Μετά άρχισες να λες για τα ταξίδια που θες να κάνεις.
Σου υποσχέθηκα να σε πάω στην Σικελία. Σύντομα.
Όλη αυτή την ώρα που μίλαγες, είχες τα μάτια ανοιχτά και κοίταζες τον ήλιο.
Δεν ξέρω ποιός έλαμπε πιο πολύ.
Εγώ είχα γυρίσει στο πλάι και σε κοίταζα, δεν ήθελα να μιλήσω καθόλου.
Πρώτη φορά μίλαγες τόσο πολύ, και έλεγες μόνο για χαρούμενα πράγματα, και για σχέδια για το μέλλον
Ούτε αρρώστιες, ούτε καβγάδες, τίποτα.
Φοβόμουν να σε σταματήσω,μη τυχόν και θυμηθείς.
Ξάφνου σηκώθηκες και άρχισες να με βρέχεις. Δεν κουνήθηκα.
Έλα βρέξε με και συ.
Βρέχαμε ο ένας τον άλλον σαν πεντάχρονα, και γέλαγες συνέχεια.
Ξαναξαπλώσαμε να στεγνώσουμε. Πήγα να ανάψω τσιγάρο, ήταν μούσκεμα.
Και τα δικά σου το ίδιo.
Δεν πειράζει, θα το κόψουμε σήμερα, είπες, και σηκώθηκες.
Πάμε στις κολώνες, και άρχισες να τρέχεις. Πιάσε με, πιάσε με.
Με τα πόδια μου είπες θα πάμε.
Και συνέχισες να τρέχεις.
Όταν φτάσαμε, πήγες και κάθησες άκρη άκρη κοντά στο γκρεμό.
Ήρθα και κάθησα δυο μέτρα πιο πίσω.
Μη φοβάσαι, έλα δίπλα μου.
Δεν θέλω, προτιμώ να σε βλέπω.
Εσένα και την θάλασσα. Μαζί.
Και ήταν η πιο όμορφη Κυριακή.
ΟΜΩΣ δεν έγινε έτσι....
Είναι 9.30 το πρωί και ξυπνάω από τους πόνους.
Πλέον έχει μελανιάσει όλη η αριστερή μου πλευρά από το πέσιμο.
Έχει περάσει πάνω από ένα εικοσιτετράωρο, και εξακολουθώ να μην θυμάμαι τίποτα.
Προσπαθώ να ξαναφέρω το βράδυ της Παρασκευής στο μυαλό μου, και όμως το μόνο
που υπάρχει είναι κενό, και κάποια σκόρπια κομματάκια από ό,τι μου περιέγραψαν το Σάββατο.
Μα δε θυμάσαι τίποτα;
Πολύ λίγα πράγματα.
Ότι σε κρατάγαμε να μην πας;
Όχι.
Ότι βγήκες έξω;
Ναι.
Τι έλεγες, τι σου είπε;
Όχι, όχι, τίποτα.
Το χέρι σου που το έκοψες;
Δεν θυμάμαι.
Μου φαίνεται ότι τον χτύπησα, αλλά δεν είμαι και σίγουρος.
Κάτι για τον Προυστ θυμάμαι, κάτι για παϊδάκια μάλλον.
Δεν μπορώ να θυμηθώ.
Μετά πριν φύγεις που λες πάω να τον βρίσω και φεύγω....;
Ότι εσύ του έλεγες κάτι, και αυτός γέλαγε...;
Όχι
Τίποτα.
Που έπεσες, πως έπεσες;
Στο σπίτι, αλλά δεν θυμάμαι πιο πολύ.
Κυριακή όλη μέρα στο κρεββάτι να προσπαθώ να βρω πως να πονάω λιγότερο.
Και πως θα καταφέρω να κοιμηθώ.
Μόλις με έπαιρνε ο ύπνος, άρχιζε να σηκώνεται το κρεββάτι και να χαμηλώνει το ταβάνι.
Και πάλι να ξυπνάω, και να προσπαθώ να θυμηθώ.
Μάταιο.
Το μόνο που θυμάμαι σίγουρα είναι ότι χθες ζήτησα συγγνώμη.
Και είχα και το θράσος να του ζητήσω να το ξεχάσει αυτό που έγινε.
Και είπε ότι έτσι κι αλλιώς δεν έχει νόημα.
Δεν κατάλαβα τι εννοούσε, και ντράπηκα και φοβήθηκα να ρωτήσω.
Κυριακή αργά το απόγευμα αποφασίζω ότι πρέπει να σηκωθώ όσο και αν πονάω.
Πάνω στο γραφείο βρίσκω το δεύτερο εισιτήριο, ολόκληρο.
Τελικά απορώ ώρες ώρες, αν υπάρχει κάτι που να έχει νόημα.
16.5.08
Δυο πράσινες λίμνες και μια τριανταφυλλιά (2ο μέρος)
Εικοσιτέσσερεις ώρες μετά, ένα καλησπέρα.
Ένα άλλο αγόρι, αυτό που διάλεξε την τριανταφυλλιά.
Είναι υστερικό. Προσπαθεί να σταματήσει να είναι.
Ένα καλησπέρα.
Χωρίς απάντηση, από την άλλη μεριά της οθόνης.
Δεν ήθελε τίποτα.
Μόνο να μάθει αν ο μικρός, πονούσε ακόμα...
Και αν ήταν εντάξει η τριανταφυλλιά.
Μόνο αυτό
Ντύθηκε. Ντύθηκε ζεστά, γιατί κρύωνε πολύ, και ας κόντευε καλοκαίρι.
Πήγε στην Πειραιώς. Ψάχνει μέρες τώρα μια καμηλοπάρδαλη.
Μα είναι μεγάλη η Αθήνα.
Και το βράδυ είναι και παγωμένη, και ας έχει τόσα φώτα, τόση φασαρία.
Δυο κάρβουνα, μικρά είναι η αλήθεια, προσπαθούν να βρουν την καμηλοπάρδαλη,
να μείνουν αναμμένα, κι ας είναι μούσκεμα τόση ώρα.
Βρήκε μια μισογκρεμισμένη μάντρα.
Ανέβηκε.
Προσπάθησε να φωνάξει, μπας και ελευθερωθεί.
Μπας και με τις φωνές καταφέρει και ελευθερώσει το αγόρι το άλλο, από τους φύλακες,
μπας και διώξει τα φαντάσματα,
και τους κόλακες μακριά και τους υστερικούς.
Και αν φύγει και εκείνος από τις φωνές του.
Θα βρει το δρόμο για να γυρίσει, γιατί είναι πεισματάρης.
Ήθελε να σκίσει τα πνευμόνια του, από την δύναμη της φωνής,
να τα κάνει να ματώσουν.
Δεν τα κατάφερε. Δεν ακούστηκε τίποτα.
Πήρε να γυρίζει.
Γρήγορα.
Σχεδόν έτρεχε, και ήταν δρόμος πολύς.
Έπρεπε να βιαστεί όμως πριν σβήσουν τα κάρβουνα τελείως.
Έπρεπε να βιαστεί μπας και το άλλο αγόρι, ήταν στην οθόνη,
μπας και είχε πει καλησπέρα.
Δεν είχε πει τίποτα όμως.
Γιατί δεν ακούει κανένα και τίποτα;
Δεν ξέρω.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν θέλει να βλέπει τις δυο πράσινες λίμνες να είναι φουρτουνιασμένες.
Και να βρει την καμηλοπάρδαλη.
Γρήγορα, όσο πιο γρήγορα γίνεται…
Ένα άλλο αγόρι, αυτό που διάλεξε την τριανταφυλλιά.
Είναι υστερικό. Προσπαθεί να σταματήσει να είναι.
Ένα καλησπέρα.
Χωρίς απάντηση, από την άλλη μεριά της οθόνης.
Δεν ήθελε τίποτα.
Μόνο να μάθει αν ο μικρός, πονούσε ακόμα...
Και αν ήταν εντάξει η τριανταφυλλιά.
Μόνο αυτό
Ντύθηκε. Ντύθηκε ζεστά, γιατί κρύωνε πολύ, και ας κόντευε καλοκαίρι.
Πήγε στην Πειραιώς. Ψάχνει μέρες τώρα μια καμηλοπάρδαλη.
Μα είναι μεγάλη η Αθήνα.
Και το βράδυ είναι και παγωμένη, και ας έχει τόσα φώτα, τόση φασαρία.
Δυο κάρβουνα, μικρά είναι η αλήθεια, προσπαθούν να βρουν την καμηλοπάρδαλη,
να μείνουν αναμμένα, κι ας είναι μούσκεμα τόση ώρα.
Βρήκε μια μισογκρεμισμένη μάντρα.
Ανέβηκε.
Προσπάθησε να φωνάξει, μπας και ελευθερωθεί.
Μπας και με τις φωνές καταφέρει και ελευθερώσει το αγόρι το άλλο, από τους φύλακες,
μπας και διώξει τα φαντάσματα,
και τους κόλακες μακριά και τους υστερικούς.
Και αν φύγει και εκείνος από τις φωνές του.
Θα βρει το δρόμο για να γυρίσει, γιατί είναι πεισματάρης.
Ήθελε να σκίσει τα πνευμόνια του, από την δύναμη της φωνής,
να τα κάνει να ματώσουν.
Δεν τα κατάφερε. Δεν ακούστηκε τίποτα.
Πήρε να γυρίζει.
Γρήγορα.
Σχεδόν έτρεχε, και ήταν δρόμος πολύς.
Έπρεπε να βιαστεί όμως πριν σβήσουν τα κάρβουνα τελείως.
Έπρεπε να βιαστεί μπας και το άλλο αγόρι, ήταν στην οθόνη,
μπας και είχε πει καλησπέρα.
Δεν είχε πει τίποτα όμως.
Γιατί δεν ακούει κανένα και τίποτα;
Δεν ξέρω.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν θέλει να βλέπει τις δυο πράσινες λίμνες να είναι φουρτουνιασμένες.
Και να βρει την καμηλοπάρδαλη.
Γρήγορα, όσο πιο γρήγορα γίνεται…
Ο ΕΡΥΘΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΟΥ
Πολύ καιρό τώρα προσπαθώ να καταλάβω με ποιον έχω να κάνω, ίσως γιατί μου αρέσει αυτή η διαδικασία όλη, ίσως γιατί μέσα από αυτό μαθαίνω τον εαυτό μου, κάθε μέρα λίγο και περισσότερο, ίσως για χίλιους δυο άλλους λόγους.
Τις τελευταίες βδομάδες προσπαθώ να μάθω ποιον έχω απέναντι μου, μέσα από δυο blogs, αλλά δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να προσπαθείς να φτιάξεις ένα παζλ, με τόσο πολλά ανακατεμένα κομματάκια, και χωρίς καν να έχεις μπροστά σου την εικόνα που πρέπει να σου φανερωθεί στο τέλος. Και έχεις μπροστά σου κομμάτια με εικόνες ζωντανές, με ήχους να παίζουν στο βάθος, αλλά όλα θαμπά και αόριστα.
Μέρες τώρα τα διαβάζω και δυο, και όλα τα σχόλια, ευλαβικά, γιατί αισθάνομαι πως μπαίνω “ακάλεστος” κατά μια έννοια στην ζωή ενός ανθρώπου που δεν ξέρω τίποτα εκτός από το όνομα του και την εικόνα του, και στην ζωή ενός ανθρώπου, που μοιράστηκε κάποιες από τις στιγμές της αγωνίας του μαζί μου, και από εκείνη την στιγμή που το έκανε, πάνε πολλοί μήνες τώρα, αισθάνθηκα περίεργα.
Να ξέρεις ότι όλα αρχίζουν και όλα καταλήγουν κάπου, μπορεί να μη ξέρω για ποιο λόγο γίνονται, να μην ξέρει κανείς για ποιον λόγο γίνονται, πάντως σίγουρα έχουν αρχή και τέλος. Και ένα κύκλος μπορεί σαφώς να βάζει κάποιον σε μια διαρκή τροχιά, όμως αρκεί μια στιγμή μόνο, για να εκτροχιαστεί κανείς και να σταματήσει να είναι εγκλωβισμένος.
Να τον αλλάξεις τον εαυτό σου, το μπορείς, το χρωστάς σε σένα τον ίδιο πάνω από όλα.
Πρέπει να το θελήσεις κιόλας, να το πιστέψεις, και να αφήσεις και αυτούς που θέλουν να προσπαθήσουν, να το δοκιμάσουν.
Όλα αυτά που λέω, μπορεί να ακούγονται πολύ ουτοπιστικά, όμως αν δεν δοκιμάσεις δεν θα μάθεις.
Τι θες και μπλέκεσαι θα μου πουν όλοι οι σώφρονες φίλοι μου. Τι να κάνω όμως; Βρέθηκες στο δρόμο μου, και μου έδωσες την εντύπωση ότι κρέμεσαι στο κενό και κρατιέσαι με το ένα χέρι.
Τι εναλλακτικές είχα;
Τρεις.
Να προσπεράσω,
να σε σπρώξω να τελειώνεις μια ώρα αρχίτερα,
και να δοκιμάσω να σε τραβήξω.
Το τρίτο διαλέγω, είτε αυτό λέγεται μια βόλτα, είτε δυο εισιτήρια για μια συναυλία, είτε με το να γκρινιάζω κάθε μέρα, είτε ό,τι άλλο είναι που περνάει από το χέρι μου.
Όταν κάποτε ήμουν στην ίδια με σένα θέση, ο άνθρωπος που περίμενα να με τραβήξει δε το έκανε, αντίθετα με κλωτσούσε πιο δυνατά, κάθε μέρα, να πάω μια αρχιτερα, και γω σαν χαζός δεν άφηνα κανέναν άλλο να με τραβήξει. Χρόνια μετά αισθάνομαι πολύ τυχερός που υπήρχαν κάποιοι πεισματάρηδες που επέμειναν παρά τις διαμαρτυρίες τις δικές μου.
Τις τελευταίες βδομάδες προσπαθώ να μάθω ποιον έχω απέναντι μου, μέσα από δυο blogs, αλλά δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να προσπαθείς να φτιάξεις ένα παζλ, με τόσο πολλά ανακατεμένα κομματάκια, και χωρίς καν να έχεις μπροστά σου την εικόνα που πρέπει να σου φανερωθεί στο τέλος. Και έχεις μπροστά σου κομμάτια με εικόνες ζωντανές, με ήχους να παίζουν στο βάθος, αλλά όλα θαμπά και αόριστα.
Μέρες τώρα τα διαβάζω και δυο, και όλα τα σχόλια, ευλαβικά, γιατί αισθάνομαι πως μπαίνω “ακάλεστος” κατά μια έννοια στην ζωή ενός ανθρώπου που δεν ξέρω τίποτα εκτός από το όνομα του και την εικόνα του, και στην ζωή ενός ανθρώπου, που μοιράστηκε κάποιες από τις στιγμές της αγωνίας του μαζί μου, και από εκείνη την στιγμή που το έκανε, πάνε πολλοί μήνες τώρα, αισθάνθηκα περίεργα.
Να ξέρεις ότι όλα αρχίζουν και όλα καταλήγουν κάπου, μπορεί να μη ξέρω για ποιο λόγο γίνονται, να μην ξέρει κανείς για ποιον λόγο γίνονται, πάντως σίγουρα έχουν αρχή και τέλος. Και ένα κύκλος μπορεί σαφώς να βάζει κάποιον σε μια διαρκή τροχιά, όμως αρκεί μια στιγμή μόνο, για να εκτροχιαστεί κανείς και να σταματήσει να είναι εγκλωβισμένος.
Να τον αλλάξεις τον εαυτό σου, το μπορείς, το χρωστάς σε σένα τον ίδιο πάνω από όλα.
Πρέπει να το θελήσεις κιόλας, να το πιστέψεις, και να αφήσεις και αυτούς που θέλουν να προσπαθήσουν, να το δοκιμάσουν.
Όλα αυτά που λέω, μπορεί να ακούγονται πολύ ουτοπιστικά, όμως αν δεν δοκιμάσεις δεν θα μάθεις.
Τι θες και μπλέκεσαι θα μου πουν όλοι οι σώφρονες φίλοι μου. Τι να κάνω όμως; Βρέθηκες στο δρόμο μου, και μου έδωσες την εντύπωση ότι κρέμεσαι στο κενό και κρατιέσαι με το ένα χέρι.
Τι εναλλακτικές είχα;
Τρεις.
Να προσπεράσω,
να σε σπρώξω να τελειώνεις μια ώρα αρχίτερα,
και να δοκιμάσω να σε τραβήξω.
Το τρίτο διαλέγω, είτε αυτό λέγεται μια βόλτα, είτε δυο εισιτήρια για μια συναυλία, είτε με το να γκρινιάζω κάθε μέρα, είτε ό,τι άλλο είναι που περνάει από το χέρι μου.
Όταν κάποτε ήμουν στην ίδια με σένα θέση, ο άνθρωπος που περίμενα να με τραβήξει δε το έκανε, αντίθετα με κλωτσούσε πιο δυνατά, κάθε μέρα, να πάω μια αρχιτερα, και γω σαν χαζός δεν άφηνα κανέναν άλλο να με τραβήξει. Χρόνια μετά αισθάνομαι πολύ τυχερός που υπήρχαν κάποιοι πεισματάρηδες που επέμειναν παρά τις διαμαρτυρίες τις δικές μου.
13.5.08
Να θυμάσαι
"Ο κόσμος βρίσκεται στα χέρια εκείνων
που έχουν το κουράγιο να ονειρεύονται
και που παίρνουν το ρίσκο να ζουν το όνειρό τους
- ο καθένας ανάλογα με το ταλέντο του"
ΟΙ ΒΑΛΚΥΡΙΕΣ
PAULO COELHO
12.5.08
Δυο πράσινες λίμνες και μια τριανταφυλλιά
Στις 10 και τέταρτο, στην γέφυρα.
Εντάξει. Όχι εκεί όμως. Πιο πάνω. Στη γωνία.
Φτάνει πρώτο.
Περιμένει. Χαϊδεύει ξένα φυτά.
Δυο πράσινες λίμνες, φουσκωμένες, σαν μετά από καταιγίδα, έτοιμες να ξεχειλίσουν.
Δυο χείλια να τρέμουν.
Δυο γροθιές σφιγμένες, σαν να θέλει να τις ματώσει μόνος, με τα ίδια του τα νύχια.
Ένα αγόρι. Αλλιώτικο. Διαφορετικό. Ξεχωριστό. Αλλόκοτο;
250 υστερικοί. Τους 245, τους διάλεξε. Τους 5 τους βρήκε.
10 κόλακες.
Δυο φαντάσματα που στοιχειώνουν μέρες και νύχτες, χρόνια τώρα....
Ένας καινούριος υστερικός.
Δυο φύλακες. Σκληροί μα θα τους λείψει σαν ελευθερωθεί...., και θα του λείπουν σαν φύγει.
Ένα δωμάτιο φυλακή.
Ερμητικά κλειστό, μέχρι κι οι χαραμάδες.
Μα έχει ένα μπαλκόνι, με ζωή, κι ας μην βλέπει κανείς τον έξω κόσμο από κει.
Μια οθόνη για επικοινωνία, " πλασματική ".
Μπύρες. Τσιγάρα.
Σαρκασμός - άμυνα
Λόγια πικρά πολλές φορές - και αυτά άμυνα
Λίγοι, πόσο λίγοι δεν ξέρω, σίγουρα ξέρω για τον καινούριο υστερικό,
να προσπαθούν με νύχια και με δόντια, να ανοίξουν μια τρύπα να μπει φως στη φυλακή,
και να την μεγαλώσουν την τρύπα μετά, να βγει το αγόρι.
Το αγόρι φοβάται.
Τι...;
Κανείς δεν ξέρει.
Όλα τα παραπάνω...
Μια τριανταφυλλιά από την Αθηνάς, άλλαξε χώμα χθες βράδι.
Πήγε σε ένα μπαλκόνι, που σίγουρα θα περνάει πιο καλά.
Όταν την διάλεξα, ήξερα σε τι χέρια την εμπιστευόμουν.
Μην ξεχνάς να την χαϊδεύεις και για λογαριασμό μου.
Εντάξει. Όχι εκεί όμως. Πιο πάνω. Στη γωνία.
Φτάνει πρώτο.
Περιμένει. Χαϊδεύει ξένα φυτά.
Δυο πράσινες λίμνες, φουσκωμένες, σαν μετά από καταιγίδα, έτοιμες να ξεχειλίσουν.
Δυο χείλια να τρέμουν.
Δυο γροθιές σφιγμένες, σαν να θέλει να τις ματώσει μόνος, με τα ίδια του τα νύχια.
Ένα αγόρι. Αλλιώτικο. Διαφορετικό. Ξεχωριστό. Αλλόκοτο;
250 υστερικοί. Τους 245, τους διάλεξε. Τους 5 τους βρήκε.
10 κόλακες.
Δυο φαντάσματα που στοιχειώνουν μέρες και νύχτες, χρόνια τώρα....
Ένας καινούριος υστερικός.
Δυο φύλακες. Σκληροί μα θα τους λείψει σαν ελευθερωθεί...., και θα του λείπουν σαν φύγει.
Ένα δωμάτιο φυλακή.
Ερμητικά κλειστό, μέχρι κι οι χαραμάδες.
Μα έχει ένα μπαλκόνι, με ζωή, κι ας μην βλέπει κανείς τον έξω κόσμο από κει.
Μια οθόνη για επικοινωνία, " πλασματική ".
Μπύρες. Τσιγάρα.
Σαρκασμός - άμυνα
Λόγια πικρά πολλές φορές - και αυτά άμυνα
Λίγοι, πόσο λίγοι δεν ξέρω, σίγουρα ξέρω για τον καινούριο υστερικό,
να προσπαθούν με νύχια και με δόντια, να ανοίξουν μια τρύπα να μπει φως στη φυλακή,
και να την μεγαλώσουν την τρύπα μετά, να βγει το αγόρι.
Το αγόρι φοβάται.
Τι...;
Κανείς δεν ξέρει.
Όλα τα παραπάνω...
Μια τριανταφυλλιά από την Αθηνάς, άλλαξε χώμα χθες βράδι.
Πήγε σε ένα μπαλκόνι, που σίγουρα θα περνάει πιο καλά.
Όταν την διάλεξα, ήξερα σε τι χέρια την εμπιστευόμουν.
Μην ξεχνάς να την χαϊδεύεις και για λογαριασμό μου.
9.5.08
Πόσο απέχει ένα ψίχουλο από το να γίνει ολόκληρο κέικ....
Πόσο απέχει ένα ψίχουλο από το να γίνει ολόκληρο κέικ....
Την παραπάνω φράση την βρήκα γραμμένη στο wall μου στο facebook, μετά από άλλη μια βραδιά outing και οινοπνευματοποσίας (με Campari για την ακρίβεια που είναι και πιο estet τύπου), πάντα υπό την υψηλή εποπτεία του barman που κάθε βράδυ σχεδόν συμβάλει με τον δικό του αμίμητο τρόπο στην κουβέντα.
Μου την είχαν πει κιόλας ήδη μερικές ώρες πριν, αλλά όπως είπαμε κάτι που έχω ακούσει, πρέπει πια να το δω και γραμμένο, και να το διαβάσω και δυνατά για να το εμπεδώσω.
Πόσο απέχει ένα ψίχουλο από το να γίνει ολόκληρο κέικ....
Το παραθέτω αυτούσιο
Ροζ Φούσκα: Πόσο απέχει ένα ψίχουλο από το να γίνει ολόκληρο κέικ....
Την παραπάνω φράση την βρήκα γραμμένη στο wall μου στο facebook, μετά από άλλη μια βραδιά outing και οινοπνευματοποσίας (με Campari για την ακρίβεια που είναι και πιο estet τύπου), πάντα υπό την υψηλή εποπτεία του barman που κάθε βράδυ σχεδόν συμβάλει με τον δικό του αμίμητο τρόπο στην κουβέντα.
Μου την είχαν πει κιόλας ήδη μερικές ώρες πριν, αλλά όπως είπαμε κάτι που έχω ακούσει, πρέπει πια να το δω και γραμμένο, και να το διαβάσω και δυνατά για να το εμπεδώσω.
Πόσο απέχει ένα ψίχουλο από το να γίνει ολόκληρο κέικ....
Το παραθέτω αυτούσιο
Ροζ Φούσκα: Πόσο απέχει ένα ψίχουλο από το να γίνει ολόκληρο κέικ....
Εγώ: Μετά από αρκετές ώρες μελέτης, θα καταληξω στο συμπέρασμα και μην γελάσεις ότι απέχει κάποιες παραπάνω μέρες ζύμωμα, κάποιες παραπάνω ώρες φάγωμα, και σαφώς πιο μεγάλη απόλαυση
ΡΦ: Συγγνώμη που δεν απάντησα νωρίτερα…. Αλλά … γελούσα!!! Μια ΑΒΥΣΣΟΣ τα χωρίζει αυτά τα δυο γλυκέ μου! Α Β Υ Σ Σ Ο Σ
Εγώ: ΜΜΜΜΜΜΜΜΜ
Οπότε μήπως για να μην περιμένουμε το κέικ
να τρώμε τα ψυχουλακια στο ενδιάμεσο
Λέω μήπως…?
ΡΦ: Αν θες να φουσκώσεις με σκουπίδια, να φορτωθείς τζάμπα άχρηστες θερμίδες, και να μην μπορείς να φας το κέικ όταν έρθει μπροστά σου ζεστό-ζεστό λαχταριστό και περιχυμένο με ζεστό fudge σοκολάτας, τότε ναι: τρώγε ψίχουλα (έτσι όπως το ΒΛΕΠΕΙΣ ΓΡΑΜΜΕΝΟ, ειλικρινά… σου φαίνεται ωραίο?!?!?!?!?!?)
Εγώ: ΜΜΜΜΜΜΜΜ
Ακούγεται πειρασμός ...αλλά 1) έχω γίνει αρκετά λιτοδίαιτος 2) δεν τρωω σοκολάτες, ή τουλάχιστον δεν με συγκινουν για την ώρα
ΡΦ: Φάε ψίχουλα λοιπόν… (τώρα που το ξαναβλέπεις γραμμένο μήπως???) αν νομίζεις ότι αυτός είναι ο προορισμός σου σε αυτήν την πλάση!!! Εγώ πάλι έχω γίνει πλέον αλλεργική στα ψίχουλα...Nothing less than a whole cake!!!
Έτσι είχαμε 2 μέρες μια ολόκληρη κουβέντα για το αν είναι καλύτερα τα ψίχουλα από το κέικ.
Θα επιμείνω ότι αρκετές φορές είναι τα ψίχουλα καλύτερα.
ΡΦ: Συγγνώμη που δεν απάντησα νωρίτερα…. Αλλά … γελούσα!!! Μια ΑΒΥΣΣΟΣ τα χωρίζει αυτά τα δυο γλυκέ μου! Α Β Υ Σ Σ Ο Σ
Εγώ: ΜΜΜΜΜΜΜΜΜ
Οπότε μήπως για να μην περιμένουμε το κέικ
να τρώμε τα ψυχουλακια στο ενδιάμεσο
Λέω μήπως…?
ΡΦ: Αν θες να φουσκώσεις με σκουπίδια, να φορτωθείς τζάμπα άχρηστες θερμίδες, και να μην μπορείς να φας το κέικ όταν έρθει μπροστά σου ζεστό-ζεστό λαχταριστό και περιχυμένο με ζεστό fudge σοκολάτας, τότε ναι: τρώγε ψίχουλα (έτσι όπως το ΒΛΕΠΕΙΣ ΓΡΑΜΜΕΝΟ, ειλικρινά… σου φαίνεται ωραίο?!?!?!?!?!?)
Εγώ: ΜΜΜΜΜΜΜΜ
Ακούγεται πειρασμός ...αλλά 1) έχω γίνει αρκετά λιτοδίαιτος 2) δεν τρωω σοκολάτες, ή τουλάχιστον δεν με συγκινουν για την ώρα
ΡΦ: Φάε ψίχουλα λοιπόν… (τώρα που το ξαναβλέπεις γραμμένο μήπως???) αν νομίζεις ότι αυτός είναι ο προορισμός σου σε αυτήν την πλάση!!! Εγώ πάλι έχω γίνει πλέον αλλεργική στα ψίχουλα...Nothing less than a whole cake!!!
Έτσι είχαμε 2 μέρες μια ολόκληρη κουβέντα για το αν είναι καλύτερα τα ψίχουλα από το κέικ.
Θα επιμείνω ότι αρκετές φορές είναι τα ψίχουλα καλύτερα.
Γιατί;
Μαθαίνει κανείς να εκτιμά τα ψίχουλα από μικρός.
Είχα ξεχάσει πως όταν ήμουν μικρός η γιαγιά μου σε ένα αστικό περιβάλλον κιόλας, τα μάζευε από το τραπέζι, με περισσή προσοχή, και τα έβγαζε και τα άφηνε πάνω στο τζάμι του φερ φορζέ τραπεζιού στη βεράντα της Πατησίων.
Όταν άρχισα να καταλαβαίνω, όπως ήταν φυσικό, ρώτησα γιατί
Γιατί για κάποια πλάσματα, μου είχε πει, αυτά που για μας δεν είναι τίποτα, παρά μόνο ψιχουλάκια, για αυτά τα πλάσματα λοιπόν, είναι ένα δώρο που δεν το περιμένουν. Γιατί θα ψάξουν λιγότερο για το φαγητό τους.
Για ποια πλάσματα;
Για τα σπουργίτια
Και καθόμασταν μετά και τα χαζεύαμε μέσα από την μεγάλη τζαμαρία.
Κι όταν χρόνια μετά στην Πατησίων δεν υπήρχαν πια πουλάκια, είχε όμως καναρίνι για παρέα η γιαγιά, τα ψιχουλακια τα έτρωγε το καναρίνι
Το ψιχουλάκι αν το πατήσεις στο μωσαϊκό της κουζίνας σου θα σου φανεί ένα ενοχλητικό σκουπίδι
Το ψιχουλάκι, το ίδιο ψιχουλάκι μπορεί να κάνει ένα σπουργίτι χαρούμενο, ή αν τα σπουργίτια δεν χαίρονται, μπορεί να το κάνει έστω πιο χορτάτο.
Το κέικ το ολόκληρο από την άλλη, είναι ωραίο, ζεστό, εντυπωσιακό, περιχυμένο με ζεστή σοκολάτα. Χορταίνει πολλές από τις αισθήσεις σου. Την όραση, την όσφρηση, την γεύση, και την αφή ακόμα.
Με το που κόβεις το πρώτο κομμάτι, όμως, δεν είναι πια το ίδιο το κέικ.
Είναι ένα κέικ με ένα κομμάτι λιγότερο.
Πόσα κομμάτια θα μπορέσεις να φας, σε μια μέρα. Όχι πολλά. Θα λιγωθείς. Θα θέλεις νερό… Θα θέλεις να βγάλεις την γεύση του από το στόμα.
Ή θα μείνεις να το κοιτάς για να μη το χαλάσεις, και όταν το αποφασίσεις επειδή πείνασες, θα έχει χαλάσει το κέικ.
Ή αν το φας αμέσως και είναι τα αυγά χαλασμένα, θα σου έρθει αηδία, αλλά μέχρι να το δαγκώσεις δεν είχες καταλάβει τίποτα.
Αν το φας πάλι όλο, ακόμα και αν είναι ωραίο, και δεν λιγωθείς, θα πονέσει η κοιλίτσα σου, γιατί θα είναι πολύ.
Αν πάλι σου βάλουν μπροστά σου δυο ολόκληρα κέικ, σχεδόν ιδία, και σου πουν να διαλέξεις ποιο από τα δυο θέλεις χωρίς να δοκιμάσεις, θα μπερδευτείς σίγουρα, θα τα κοιτάς ώρες, και όση ώρα εσύ τα κοιτάς, θα τα βλέπουν κι άλλοι, κάποιοι μπορεί πιο γρήγοροι, πιο αποφασιστικοί, να στα πάρουν μέσα από τα χέρια σου. Και τότε θα λες, τη μαλακία έκανα.
Οπότε πιστεύω πως αν διαλέξω το κέικ αντί τα ψίχουλα, αυτό που θα μου μείνει στο τέλος μπορεί να μην είναι κάτι ευχάριστο, κάτι καλό για να θυμάμαι, για να διηγούμαι, για να αναπολώ.
Αν πάλι διαλέξω τα ψίχουλα, όταν τα βρω, θα είναι μια απίστευτη έκπληξη, θα φάω και το τελευταίο, με απίστευτη λαχτάρα, και αν βεβαία αργότερα πέσει στα χεριά μου το κέικ, μάλλον θα μπορώ να το απολαύσω καλυτέρα από κάποιον που το κυνηγούσε εναγωνίως, και θα μπορέσω να το μοιραστώ πολύ πιο εύκολα....
Είναι πολύ βασικό να χαίρεσαι με όλες σου τις αισθήσεις την απλότητα των μικρών πραγμάτων, την ουσία της κάθε μικρής χαράς, της κάθε μικρής στιγμής.
Την χαρά σου όταν πέφτουν μπροστά σου, γιατί έχεις μάθει και τα εκτιμάς.
Και αυτή η λύπη σου ακόμα αν το χάσεις το ψίχουλο είναι πιο ουσιαστική, πιο γλυκιά από την λύπη αυτού που έχασε ένα κέικ, ή ζει διαρκώς με το άγχος το να το βρει.
Όταν άρχισα να καταλαβαίνω, όπως ήταν φυσικό, ρώτησα γιατί
Γιατί για κάποια πλάσματα, μου είχε πει, αυτά που για μας δεν είναι τίποτα, παρά μόνο ψιχουλάκια, για αυτά τα πλάσματα λοιπόν, είναι ένα δώρο που δεν το περιμένουν. Γιατί θα ψάξουν λιγότερο για το φαγητό τους.
Για ποια πλάσματα;
Για τα σπουργίτια
Και καθόμασταν μετά και τα χαζεύαμε μέσα από την μεγάλη τζαμαρία.
Κι όταν χρόνια μετά στην Πατησίων δεν υπήρχαν πια πουλάκια, είχε όμως καναρίνι για παρέα η γιαγιά, τα ψιχουλακια τα έτρωγε το καναρίνι
Το ψιχουλάκι αν το πατήσεις στο μωσαϊκό της κουζίνας σου θα σου φανεί ένα ενοχλητικό σκουπίδι
Το ψιχουλάκι, το ίδιο ψιχουλάκι μπορεί να κάνει ένα σπουργίτι χαρούμενο, ή αν τα σπουργίτια δεν χαίρονται, μπορεί να το κάνει έστω πιο χορτάτο.
Το κέικ το ολόκληρο από την άλλη, είναι ωραίο, ζεστό, εντυπωσιακό, περιχυμένο με ζεστή σοκολάτα. Χορταίνει πολλές από τις αισθήσεις σου. Την όραση, την όσφρηση, την γεύση, και την αφή ακόμα.
Με το που κόβεις το πρώτο κομμάτι, όμως, δεν είναι πια το ίδιο το κέικ.
Είναι ένα κέικ με ένα κομμάτι λιγότερο.
Πόσα κομμάτια θα μπορέσεις να φας, σε μια μέρα. Όχι πολλά. Θα λιγωθείς. Θα θέλεις νερό… Θα θέλεις να βγάλεις την γεύση του από το στόμα.
Ή θα μείνεις να το κοιτάς για να μη το χαλάσεις, και όταν το αποφασίσεις επειδή πείνασες, θα έχει χαλάσει το κέικ.
Ή αν το φας αμέσως και είναι τα αυγά χαλασμένα, θα σου έρθει αηδία, αλλά μέχρι να το δαγκώσεις δεν είχες καταλάβει τίποτα.
Αν το φας πάλι όλο, ακόμα και αν είναι ωραίο, και δεν λιγωθείς, θα πονέσει η κοιλίτσα σου, γιατί θα είναι πολύ.
Αν πάλι σου βάλουν μπροστά σου δυο ολόκληρα κέικ, σχεδόν ιδία, και σου πουν να διαλέξεις ποιο από τα δυο θέλεις χωρίς να δοκιμάσεις, θα μπερδευτείς σίγουρα, θα τα κοιτάς ώρες, και όση ώρα εσύ τα κοιτάς, θα τα βλέπουν κι άλλοι, κάποιοι μπορεί πιο γρήγοροι, πιο αποφασιστικοί, να στα πάρουν μέσα από τα χέρια σου. Και τότε θα λες, τη μαλακία έκανα.
Οπότε πιστεύω πως αν διαλέξω το κέικ αντί τα ψίχουλα, αυτό που θα μου μείνει στο τέλος μπορεί να μην είναι κάτι ευχάριστο, κάτι καλό για να θυμάμαι, για να διηγούμαι, για να αναπολώ.
Αν πάλι διαλέξω τα ψίχουλα, όταν τα βρω, θα είναι μια απίστευτη έκπληξη, θα φάω και το τελευταίο, με απίστευτη λαχτάρα, και αν βεβαία αργότερα πέσει στα χεριά μου το κέικ, μάλλον θα μπορώ να το απολαύσω καλυτέρα από κάποιον που το κυνηγούσε εναγωνίως, και θα μπορέσω να το μοιραστώ πολύ πιο εύκολα....
Είναι πολύ βασικό να χαίρεσαι με όλες σου τις αισθήσεις την απλότητα των μικρών πραγμάτων, την ουσία της κάθε μικρής χαράς, της κάθε μικρής στιγμής.
Την χαρά σου όταν πέφτουν μπροστά σου, γιατί έχεις μάθει και τα εκτιμάς.
Και αυτή η λύπη σου ακόμα αν το χάσεις το ψίχουλο είναι πιο ουσιαστική, πιο γλυκιά από την λύπη αυτού που έχασε ένα κέικ, ή ζει διαρκώς με το άγχος το να το βρει.
Μπορεί να σε μπέρδεψα μικρή μου ροζ φούσκα, μπορεί και όχι.
Εσύ μου είπες κάποια πράγματα, τα έβαλα καλά στο μυαλό μου,
και είμαι τρίτη συνεχομένη μέρα καλά.
Ελπίζω να μην μπερδευτείς πολύ.
Εσύ μου είπες κάποια πράγματα, τα έβαλα καλά στο μυαλό μου,
και είμαι τρίτη συνεχομένη μέρα καλά.
Ελπίζω να μην μπερδευτείς πολύ.
8.5.08
ΥΣΤΕΡΙΑ, ΠΑΙΔΙΚΟΣ ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ Ή ΑΦΕΛΕΙΑ
Προχθές έμαθα πολλά πράγματα, και εγώ ο ίδιος για τον εαυτό μου.
Πράγματα που δεν τα είχα συνειδητοποιήσει.
Όχι επειδή τα άκουγα πρώτη φορά,
αλλά επειδή έγραφα αυτά που είχα ακούσει.
Τις έβλεπα τις λέξεις. Γραμμένες. Επίθετα, χαρακτηρισμούς.
Κάποια σημάδια στο χαρτί, που τα λένε γράμματα, που αν μπουν στην σωστή σειρά, φτιάχνουν λέξεις, και αυτές προτάσεις, μπορώ να τα καταλάβω τελικά καλύτερα από τους ήχους.
Τους άκουγα για χρόνια αυτούς.
Μάλλον.
Δεν είμαι και σίγουρος.
Μπορεί να είναι απλά και μόνο στο μυαλό μου, επειδή εδώ και ένα μήνα σχεδόν, τους ακούω συνέχεια.
Κάθε μέρα. Κατάμουτρα.
Προχθές διάβασα ένα post σου, 4 φορές.
Την τέταρτη το διάβασα δυνατά.
Μόνος μου.
Άκουσα 4 φορές την λέξη Υστερία
Σταμάτησα και ξανάρχισα το διάβασμα.
Ξανά 4 φορές τη λέξη υστερία.
Όποιος έχει την μύγα....
Την έχω δυστυχώς.
Ήμουν στην δουλειά.
Ήθελα να καταλάβω τι έγινε.
Υστερία!
Μου πήρε κάποιες ώρες.
Άρχισα να γραφώ.
Ό,τι μου ερχόταν στο μυαλό.
Να διαβάζω παλιά κείμενα που δεν τα είχα ανεβάσει ποτέ. Δυνατά πάντα.
Σταμάταγα.
Γύριζα και διάβαζα το post το δικό σου πάλι.
Δυνατά πάντα.
Η λέξη υστερία με τριγύριζε συνέχεια.
Το αστείο είναι ότι ήμουν απόλυτα ήρεμος
Απορημένος
Πικραμένος
Μπερδεμένος
Έγραφα ώρες.
Σε χαρτί. Καλύτερα σε χαρτί. Για να μην καπνίζω κιόλας.
Άρχισαν να μου έρχονται στο μυαλό, όλες οι αντιδράσεις μου,
όλες οι ερωτήσεις που σου έκανα τόσους μήνες.
Οι ίδιες ερωτήσεις κάθε μέρα. Πολλές φορές και δυο φορές την ημέρα. Και τρεις.
Άρχισαν να μου έρχονται στο μυαλό, και όλα τα συνώνυμα που είχα ακούσει τον τελευταίο καιρό
Εκνευριστικός
Ενοχλητικός
Πεισματάρης
Κακομαθημένος
Σπασαρχίδης
Το μυαλό μου πήγε πάρα πολλά χρόνια πίσω.
Πάνω από 30.
Θυμήθηκα μια λέξη.
Ήταν καραμέλα.
Για πολύ καιρό.
Warum? Warum? Warum?
Ja, aber warum?
Δε σταμάταγα μέχρι να ακούσω αυτό που ήθελα,
ή μέχρι να ακούσω το ανεπανάληπτο Weil die Banane ist rum.
Και τότε θύμωνα.
Αλήθεια, ζει η Frau Christa? Ούτε αυτή θυμάμαι αν με είχε αγκαλιάσει τόσα χρόνια ποτέ…
Το ίδιο γινόταν και πιο μετά, μεγαλώνοντας.
Γιατί;
Γιατί, γιατί, μα γιατί, και η απάντηση ήταν πάντα η ίδια…
Γιατί η μπανάνα είναι στραβή.
Ξανά γιατί;
Γι’αυτό! Τέλος και σταμάτα το τώρα!
Σταμάταγα λυπημένος.
Κανείς δε μου δίνει σημασία.
Πόσες φορές είχα κλειστεί μετά από τέτοια μέσα στην ντουλάπα μου, ή στην μικρή αποθήκη.
Και παρακάλαγα όταν με βρείτε να έχω σκάσει, για να καταλάβετε ότι φταίτε .
Στην ντουλάπα σταμάτησα να μπαίνω.
Όμως δε σταμάτησα ποτέ να ούτε να ρωτάω, ούτε να επιμένω
Μεγαλώνοντας προσπαθούσα να πείσω τους πάντες ότι έχω δίκιο.
Γιατί;
Εγώ θα τον τετραγωνίσω τον κύκλο.
Πάντα σαν παιδί.
Πάντα με πείσμα.
Υστερία το λένε αλήθεια αυτό;
Αν ναι, τότε έχουν δίκιο όλοι.
Ξέρω πια ότι το κάνω, μόνο όταν θέλω κάτι πολύ.
Υπάρχουν και άλλοι τρόποι θα μου πεις.
Ναι,
αλλά δεν τους έχω βρει…
Τους έχεις ψάξει;
Που;
Θέλω…. Αλήθεια θέλω…
Θέλω πολλές φορές αλλά δεν τους βρίσκω,
ή μάλλον με πιάνει ενθουσιασμός και βιάζομαι, κάνω πάλι σαν παιδί.
Με πιάνει μια αγωνία να τα προλάβω όλα, να μην χάσω ούτε στιγμή.
Μάλλον δεν είναι καλό, η μάλλον δεν είναι σωστός ο τρόπος που τη βγάζω στους γύρω μου.
Γιατί;
Γιατί;
Γιατί;
Μάλλον θα μείνει ακόμα αναπάντητο το ερώτημα,
Μήπως επειδή οι χαρούμενες στιγμές είναι λιγότερες.
Και βιάζομαι. Βιάζομαι να τις κάνω περισσότερες.
Τι είναι αυτό;
Αγωνία; Υστερία; Κακοί τρόποι;
Θα κρατήσω το παιδικός ενθουσιασμός και αφέλεια.
Πράγματα που δεν τα είχα συνειδητοποιήσει.
Όχι επειδή τα άκουγα πρώτη φορά,
αλλά επειδή έγραφα αυτά που είχα ακούσει.
Τις έβλεπα τις λέξεις. Γραμμένες. Επίθετα, χαρακτηρισμούς.
Κάποια σημάδια στο χαρτί, που τα λένε γράμματα, που αν μπουν στην σωστή σειρά, φτιάχνουν λέξεις, και αυτές προτάσεις, μπορώ να τα καταλάβω τελικά καλύτερα από τους ήχους.
Τους άκουγα για χρόνια αυτούς.
Μάλλον.
Δεν είμαι και σίγουρος.
Μπορεί να είναι απλά και μόνο στο μυαλό μου, επειδή εδώ και ένα μήνα σχεδόν, τους ακούω συνέχεια.
Κάθε μέρα. Κατάμουτρα.
Προχθές διάβασα ένα post σου, 4 φορές.
Την τέταρτη το διάβασα δυνατά.
Μόνος μου.
Άκουσα 4 φορές την λέξη Υστερία
Σταμάτησα και ξανάρχισα το διάβασμα.
Ξανά 4 φορές τη λέξη υστερία.
Όποιος έχει την μύγα....
Την έχω δυστυχώς.
Ήμουν στην δουλειά.
Ήθελα να καταλάβω τι έγινε.
Υστερία!
Μου πήρε κάποιες ώρες.
Άρχισα να γραφώ.
Ό,τι μου ερχόταν στο μυαλό.
Να διαβάζω παλιά κείμενα που δεν τα είχα ανεβάσει ποτέ. Δυνατά πάντα.
Σταμάταγα.
Γύριζα και διάβαζα το post το δικό σου πάλι.
Δυνατά πάντα.
Η λέξη υστερία με τριγύριζε συνέχεια.
Το αστείο είναι ότι ήμουν απόλυτα ήρεμος
Απορημένος
Πικραμένος
Μπερδεμένος
Έγραφα ώρες.
Σε χαρτί. Καλύτερα σε χαρτί. Για να μην καπνίζω κιόλας.
Άρχισαν να μου έρχονται στο μυαλό, όλες οι αντιδράσεις μου,
όλες οι ερωτήσεις που σου έκανα τόσους μήνες.
Οι ίδιες ερωτήσεις κάθε μέρα. Πολλές φορές και δυο φορές την ημέρα. Και τρεις.
Άρχισαν να μου έρχονται στο μυαλό, και όλα τα συνώνυμα που είχα ακούσει τον τελευταίο καιρό
Εκνευριστικός
Ενοχλητικός
Πεισματάρης
Κακομαθημένος
Σπασαρχίδης
Το μυαλό μου πήγε πάρα πολλά χρόνια πίσω.
Πάνω από 30.
Θυμήθηκα μια λέξη.
Ήταν καραμέλα.
Για πολύ καιρό.
Warum? Warum? Warum?
Ja, aber warum?
Δε σταμάταγα μέχρι να ακούσω αυτό που ήθελα,
ή μέχρι να ακούσω το ανεπανάληπτο Weil die Banane ist rum.
Και τότε θύμωνα.
Αλήθεια, ζει η Frau Christa? Ούτε αυτή θυμάμαι αν με είχε αγκαλιάσει τόσα χρόνια ποτέ…
Το ίδιο γινόταν και πιο μετά, μεγαλώνοντας.
Γιατί;
Γιατί, γιατί, μα γιατί, και η απάντηση ήταν πάντα η ίδια…
Γιατί η μπανάνα είναι στραβή.
Ξανά γιατί;
Γι’αυτό! Τέλος και σταμάτα το τώρα!
Σταμάταγα λυπημένος.
Κανείς δε μου δίνει σημασία.
Πόσες φορές είχα κλειστεί μετά από τέτοια μέσα στην ντουλάπα μου, ή στην μικρή αποθήκη.
Και παρακάλαγα όταν με βρείτε να έχω σκάσει, για να καταλάβετε ότι φταίτε .
Στην ντουλάπα σταμάτησα να μπαίνω.
Όμως δε σταμάτησα ποτέ να ούτε να ρωτάω, ούτε να επιμένω
Μεγαλώνοντας προσπαθούσα να πείσω τους πάντες ότι έχω δίκιο.
Γιατί;
Εγώ θα τον τετραγωνίσω τον κύκλο.
Πάντα σαν παιδί.
Πάντα με πείσμα.
Υστερία το λένε αλήθεια αυτό;
Αν ναι, τότε έχουν δίκιο όλοι.
Ξέρω πια ότι το κάνω, μόνο όταν θέλω κάτι πολύ.
Υπάρχουν και άλλοι τρόποι θα μου πεις.
Ναι,
αλλά δεν τους έχω βρει…
Τους έχεις ψάξει;
Που;
Θέλω…. Αλήθεια θέλω…
Θέλω πολλές φορές αλλά δεν τους βρίσκω,
ή μάλλον με πιάνει ενθουσιασμός και βιάζομαι, κάνω πάλι σαν παιδί.
Με πιάνει μια αγωνία να τα προλάβω όλα, να μην χάσω ούτε στιγμή.
Μάλλον δεν είναι καλό, η μάλλον δεν είναι σωστός ο τρόπος που τη βγάζω στους γύρω μου.
Γιατί;
Γιατί;
Γιατί;
Μάλλον θα μείνει ακόμα αναπάντητο το ερώτημα,
Μήπως επειδή οι χαρούμενες στιγμές είναι λιγότερες.
Και βιάζομαι. Βιάζομαι να τις κάνω περισσότερες.
Τι είναι αυτό;
Αγωνία; Υστερία; Κακοί τρόποι;
Θα κρατήσω το παιδικός ενθουσιασμός και αφέλεια.
7.5.08
OUTING ή Η ΚΑΜΗΛΟΠΑΡΔΑΛΗ
- Μα καλά, και γιατί τόσα χρόνια δεν μου είχες πει τίποτα; ΕΤΣΙ…
- Πότε το έμαθες; ΠΛΑΚΑ ΜΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ?
- Το ήξερα εγώ, το είχα καταλάβει!! ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ !!!!
- Δεν είμαι εγώ ο πρώτος που το είπες; ΟΧΙ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ !!!
- Δεν αισθάνεσαι καλυτέρα τώρα; ΜΑΛΛΟΝ ΟΧΙ !!!
- Ξέρεις πόσοι με είχαν ρωτήσει; ΑΛΗΘΕΙΑ ?
- Αν μου το είχες πει… ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΧΕ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΙΠΟΤΑ…
- Και έλεγα και γω πότε θα το πεις!! ΠΟΤΕ ΙΣΩΣ ?
Γιατί δεν ήθελα, γιατί δεν άλλαξε κάτι, γιατί δε θα αλλάξει κάτι, γιατί την άλλη μέρα όλοι σχεδόν γυρίσατε στις ζωούλες σας, γιατί την πρώτη φορά που πήγα να βγω, έφαγα τα μούτρα μου άσχημα, γιατί δεν ήθελα να με μισήσετε, δεν ήθελα να με οικτίρετε, να με κοροϊδέψετε, να με συζητήσετε μετά, μόλις θα γύριζα την πλάτη.
- Είδες που δεν ήταν τόσο δύσκολο; ΗΤΑΝ ΓΙΑ ΜΕΝΑ
- Δεν νοιώθεις καλύτερα; ΟΧΙ ΛΕΜΕ
- Πως το κατάλαβες; Ε???? ΠΑΜΕ ΠΑΛΙ
- Από πότε; ΕΛΕΟΣ!!!!
- Τελείως; ΟΧΙ ΚΑΤΑ 8/10 ΜΑΛΛΟΝ
Πλάκα μου κάνετε όλοι;
Στο μυαλό μου μέσα αρχίζουν και γυρίζουν πάλι όλα. Πράγματα που είχα παλέψει πολύ να τα ξεχάσω. Πράγματα και γεγονότα που με εγκλώβισαν για δέκα και χρόνια. Τότε έτρεμα, δεν ήξερα τι θα γίνει μετά, όμως στάθηκα στα πόδια μου, βρήκα κάποια από τα λάθη μου. Πάλεψα, έπρεπε να καταφέρω να ανασυγκροτήσω πολλά. Δουλειά, συναισθήματα, αυτοπεποίθηση, εμπιστοσύνη στους γύρω μου, φιλίες που μόνος είχα βάλει στην άκρη, λεφτά.
Ποιο είναι το πιο ακριβό μάρμαρο;… μην ανυσηχεις, εγώ είμαι εδώ… οι πιο ακριβοί καπλαμάδες;…. Δε θα έχουμε λεφτά στο τέλος του μήνα…. Ξέρω εγώ… μην ανυσηχεις… μην ανησυχείς…. Εγώ είμαι εδώ….. ποιο είναι το πιο ακριβό;…..
- μα καλά με αυτόν τον μαλάκα; ΝΑΙ, ΝΑΙ ΛΕΜΕ
- μα καλά και συ δεν έβλεπες τίποτα πέρα από την μύτη σου; ΟΟΟΧΙ
- πω πω κακόμοιρε…. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ. ΝΑ ‘ΣΑΙ ΚΑΛΑ
- μα αφού ήταν ηλίου φαεινότερο! ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΙΣΩΣ
- το είχα φανταστεί! ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ
- και τώρα; ΚΕΝΟ
- Τι θα κάνεις τώρα; ΔΕΝ ΞΕΡΩ
- Χρωστάς πολλά; Ε? ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΜΟΥ ΔΩΣΕΙΣ ?
- Τι θα κάνεις; ΚΕΝΟ
- Θα κάνεις κάτι άλλο; ΚΕΝΟ
- Θα κάνεις το ίδιο; ΚΕΝΟ
- Τι; ΚΕΝΟ
- Τι ; ΔΞ/ΔΑ
Δεν ξέρω, δεν θέλω να σκέφτομαι, δεν θέλω, δεν, δεν, δεν ΔΕΝ. Ξέρω μόνο ότι θέλω να κλείσω τα αυτιά μου, τα μάτια μου. Δεν θέλω να ακούω τίποτα, να βλέπω τίποτα.
Θέλω να μην με ρωτάνε. Έχω αρχίσει να μετράω σπασμένα κομμάτια, χαμένα λεφτά, γραμμάρια, πέτρες, . Ώρες, μέρες, κερδισμένες, χαμένες, δικά μου κομμάτια, χρόνια, ζημιές. Δε θέλω να μετράω, σιχαίνομαι το μέτρημα, τους υπολογισμούς, τους απολογισμούς, όλα. Δεν θέλω να το σκέφτομαι, είχε μπει τόσα χρόνια στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Όμως έπρεπε και αυτό να βγει τώρα στην επιφάνεια. Και είναι αντίστροφη μέτρηση. Μέχρι να αρχίσω πάλι από το ένα.
- Και για πες και για τον άλλο; ΜΗ ΧΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΝΕΝΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ
- Που τον βρήκες; ΣΤΑ ΓΑΡΙΔΑΚΙΑ
- Τι γίνεται ; ΤΙΠΟΤΑ
- Μα είναι δυνατόν; ΠΟΣΟ ΗΛΙΘΙΟΙ ΕΙΣΤΕ
- Στο Internet; ΝΑΙ ΛΕΜΕ
- Πας καλά; ΕΣΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΔΗΛΑΔΗ ΟΤΙ ΠΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ…
- Έτσι γίνεται; ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ
Ναι Ναι ΝΑΙ Ναι λέμε. Έτσι γίνεται. Αλλιώς γίνεται στα bar αλλά δεν πάω, ή στα πάρκα, αλλά εκεί μόνο για πήδημα. Παντού τελικά όμως μόνο για πήδημα είναι μάλλον.
Πόσο τον έχεις;
Τι κάνεις;
Τι σου αρέσει;
Πότε;
Τώρα;
Cyber;
Θέλεις να με γαμήσεις;
ΝΑΙ ΜΑΛΑΚΑ ΕΣΕΝΑ ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΛΩ, ΑΛΛΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΔΩ ΚΑΙ ΑΥΡΙΟ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙΣ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟ ΓΑΜΗΣΙ.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΘΕΛΩ?
Έτσι γνωρίζονται μάλλον τώρα. Δεν είμαι και σίγουρος. Πριν κάνα χρόνο μπήκα στο τρίπακι. Τέτοια εποχή θα ήταν. Φρίκαρα από την πρώτη βδομάδα. Έπρεπε να το κόψω αμέσως. Δε το έκανα. Γέμιζα τις ώρες μου στη δουλειά. Ευτυχώς ήρθε το καλοκαίρι. Άρχισα να πηγαίνω στη θάλασσα. Καθόμουν ώρες πολλές πάντα. Πολλές φορές και μετά που έδυε ο ήλιος. Όμως το καλοκαίρι τελείωσε, και ξαναγύρισα στην ίδια ρουτίνα. Ξανάφτιαξα το profile μου. Πιο σωστά, με φωτογραφία. Ναι με την μούρη μου. Ναι και την έβλεπαν όλοι. Δεν ήξερα τι έψαχνα. Και δεν θέλετε να ακούσατε αυτό που έψαχνα. Αυτό που τόσα χρόνια φίλος με όλους δε μπόρεσα ποτέ να έχω. Να μοιραστώ.
Τι;
Δεν ξέρω.
Να μοιραστώ.
Να αγαπήσω, να αγαπηθώ.
Να δώσω, να πάρω, να γελάσω όπως γελάγαμε όταν ήμασταν πιο μικροί.
Να μεθύσω.
Να πάω διακοπές.
Να πάω στο Luna Park, να παίξω συγκρουόμενα.
Να κάνω μαλακιες. (πρόλαβα και έκλεψα φυτά από τα παρτέρια του Δήμου στην Αθηνάς)
Να γελάμε.
Να μεθάμε.
Να αγκαλιάσω χωρίς να φοβάμαι.
Να με αγκαλιάσουν χωρίς να τραβιέμαι.
Να είμαι σε μια παραλία και να έχει το κεφάλι του πάνω στο στέρνο μου και να μην μιλάμε
Να κάνω sex και να μη βιάζομαι να φύγω ούτε να θέλω να διωξω τον άλλον.
Να κοιμάται και να τον κοιτάζω.
Να ξυπνάω και να μένω ακίνητος μη τυχόν και τον ξυπνήσω.
Να μου σφίξει το χέρι με δύναμη μέχρι να πονέσω, αλλά να ξέρω ότι το κάνει για να μου πει ότι είμαι εδώ.
Να έχω ένα λόγο να θέλω να μείνω στο σπίτι.
Να έχω ένα λόγο να θέλω να βγω.
Να θέλω να έχω ένα λόγο να ζω την κάθε μέρα, και να περιμένω την επόμενη.
Αυτά όλα όμως δεν θέλω να τα πω σας.
Ήδη μέσα σε πεντε ώρες σας λέω 20 χρόνια σε περίληψη, που ήταν καλά κλεισμένα μέσα μου. Μετά την κάθε φορά αισθάνομαι τελείως απογυμνωμένος, τελείως ευάλωτος, τελείως εύθραυστος. Το οινόπνευμα μου λύνει κάθε βράδυ την γλώσσα. Χώρια που τρελαίνομαι για τις αντιδράσεις σας.
- και για πες; ΔΞ/ΔΑ
- τι γίνεται δηλαδή τώρα; ΔΞ/ΔΑ
- τι λέγατε; ΤΙ ΝΑ ΛΕΜΕ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ?
- τι κάνατε; ΚΟΥΛΟΥΡΑΚΙΑ ΕΝΙΟΤΕ
- γιατί πονάς; ΠΟΣΟ ΗΛΙΘΙΟΣ ΕΙΣΑΙ?
- γιατί τρώγεσαι; ΕΕΕΕ?
- τι ; ΕΠΙΡΡΗΜΑ? ΜΑΛΛΟΝ
- πως; ΜΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΕΠΙΡΡΗΜΑ ΕΙΝΑΙ
Τίποτα. Τίποτα. Δεν ξέρω μάλλον. Αυτά όλα έχω κάνει, έχω πει, έχει πει. Ναι από το Σεπτέμβριο. Ναι μια φορά μόνο. Ναι. Όχι. Μα ναι μου μίλαγε την άλλη μέρα κανονικά. Μα είχε πει αυτό. Και εκείνο. Και μιλάγαμε (τρόπος του λέγεις – στο msn) ώρες, ώρες, ώρες πολλές, και πριν και μετά, συνέχεια, συνέχεια. Αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι θέλει, τι ψάχνει. Κράταγα πάντα αυτά που ήθελα. Αφού μου είχε πει ότι δεν είναι καλά. Είναι μόνος και, και, και, πολλά ακόμα. Μου γάμαγε το μυαλό. Η κάθε κουβέντα. Ήταν αλλιώτικος. Δεν με ρώτησε ποτέ πόσο τον έχω, τι κάνω, τι δεν κάνω. Μου άρεσε ο άνθρωπος που γνώριζα. Μου γάμαγε το μυαλό.
- Και; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- τι έγινε; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- τι στράβωσε; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- και ; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- πως; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- γιατί; ΑΝ ΗΞΕΡΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΘΑ ΗΜΟΥΝ ΜΑΛΑΚΑΣ
Δεν Ξέρω. Θέλω να σε δω. Μόνο αυτό θυμάμαι. Θυμάμαι να το λέω κάθε μέρα. Γιατί? Γιατί δεν ήξερα πότε θα ήταν ξανά η τυχερή μου μέρα. Δεν ήξερα αλήθεια. Θέλω να πάμε για καφέ, για ποτό, να περπατήσουμε, όμως πάντα ήταν δύσκολο. Και ζήταγα συνέχεια. Δεν είναι από πείσμα. Δεν είναι η απόρριψη. Δεν είναι εμμονή. Δεν είναι κόλλημα. Δεν μπορεί κανένας σας να καταλάβει. Ούτε και γω ακόμα. Όχι. Αύριο ίσως. Θα δούμε. Και ζήταγα.
- είσαι μαλακας; ΤΟ ΕΙΠΑΜΕ ΑΥΤΟ
- Μα σου έχει ρίξει χυλόπιτα ΕΕΕΕ?
- Μα πόσο διαφορετικά να στο πει. ΠΟΙΟ ΑΚΡΙΒΩΣ?
- Ηλίθιος είσαι; ΤΟ ΕΙΠΑΜΕ ΚΑΙ ΑΥΤΟ
- Τον καταλαβαίνω απόλυτα. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
- Ξέρεις ώρες ώρες πόσο εκνευριστικός και επίμονος γίνεσαι; ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
- Αφού είσαι σπασαρχιδης ρε μαλάκα. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
- Μαλάκα σε γράφει, σε φτύνει τι άλλο θέλεις πια; ΚΕΝΟ
- Σύνελθε θα σου σκάσω μπουκέτο να έρθεις στα ίσα σου. ΜΗΠΩΣ?
- Μα είναι δυνατόν να μην μπορείς καταλάβεις τίποτα. ΕΙΝΑΙ
- Αυτό που έχεις το λένε το σύνδρομο του ηρωα ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΑ ΑΚΟΥΣΩ?
- Είναι δυνατόν να γουστάρεις τέτοιο φτύσιμο μετά από όλα όσα έχεις περάσει; ΔΕΝ ΞΕΡΩ
- Σε καταλαβαίνω… ΠΑΛΙ ΚΑΛΑ (ένας ή δύο)
- Τι δεν καταλαβαίνεις ηλίθιε; ΤΙΠΟΤΑ ΠΙΑ
- Δε ντρέπεσαι; ΟΧΙ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ?
Όχι δεν ντρέπομαι, δεν ξέρω αν είμαι ηλίθιος, έμαθα ότι γίνομαι σπασαρχιδης, εκνευριστικός, υστερικός, μαλακας, καραγκιόζης, ότι δεν θέλω να καταλάβω, δεν θέλω. Δεν ξέρω.
Μόλις χτύπησε το τηλέφωνο. Έκλεισε κατά λάθος. Ελπίζω να μην ήσουν εσύ μόνο.
Δεν μπορώ να καταφέρω να δω ποιος ήταν. Μακάρι να μην ήσουν εσύ…
Δεν ντρέπομαι. Δεν ζήταγα επειδή είμαι υστερικός, σπασαρχιδης, κολλημένος, ένας μαλακας με εμμονές. Ζήταγα επειδή δεν ξέρω πότε θα ήταν η τυχερή μου μέρα. Επειδή μπορεί την μέρα εκείνη αν δεν το ζήταγα εγώ, να το ξέχναγες εσύ.
Ζήταγα επειδή οι συμπτώσεις δεν ήταν επιτηδευμένες.
Τις φοβάμαι τις συμπτώσεις.
Πάντα τις φοβόμουν.
Και αν δω καμηλοπάρδαλη ναι θα τη φωτογραφίσω, αλλά θα την κρατήσω για μένα.
Δεν είναι εύκολο να ακούς ξαφνικά κάθε μέρα ότι είσαι σπασαρχιδης, εκνευριστικός. Δεν είμαι. Δεν είμαι λέμε. Λάθη κάνω. Δεν ξέρω πώς να ζηταω. Δεν το έμαθα ποτέ. Από τα λάθη μαθαίνει λένε κανείς. Δεν ξέρω αν έχω μάθει. Θα ήθελα να ξέρω να ζηταω. Μπορεί να είναι σωστό, αυτό που κάποτε είχα διαβάσει σε ένα χαρτάκι ημερολογίου, πως όποιος ζητάει με δειλία, ενθαρρύνει την άρνηση. Όμως δεν είναι σωστό να απαιτώ κιόλας από την άλλη. Απλά ρώταγα. Θα ? Ίσως? Ώρες ώρες σκέφτομαι πως έκανα σαν κακομαθημένο παιδί που ζητάει κάτι.
Δεν ντρέπομαι. Δεν ντρέπομαι για τίποτα, είναι ωραίο να μπορείς να αισθάνεσαι.
Μα κουτουλάς πάνω σε καθρέφτες, δεν το καταλαβαίνεις?
Όχι.
Εκείνη την ώρα μόνο, που πονάω λίγο από το χτύπημα.
Έχω μάθει να ελπίζω, μπορεί να μην ξέρω να ζηταω, μπορεί και να μην μάθω ποτέ.
Είμαι χαρούμενος παρόλα αυτά. Όχι συνέχεια. Αλλά είμαι. Κάνω σαν παιδί. Θυμώνω. Εκνευρίζομαι. Χάνομαι.
- Πότε το έμαθες; ΠΛΑΚΑ ΜΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ?
- Το ήξερα εγώ, το είχα καταλάβει!! ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ !!!!
- Δεν είμαι εγώ ο πρώτος που το είπες; ΟΧΙ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ !!!
- Δεν αισθάνεσαι καλυτέρα τώρα; ΜΑΛΛΟΝ ΟΧΙ !!!
- Ξέρεις πόσοι με είχαν ρωτήσει; ΑΛΗΘΕΙΑ ?
- Αν μου το είχες πει… ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΧΕ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΙΠΟΤΑ…
- Και έλεγα και γω πότε θα το πεις!! ΠΟΤΕ ΙΣΩΣ ?
Γιατί δεν ήθελα, γιατί δεν άλλαξε κάτι, γιατί δε θα αλλάξει κάτι, γιατί την άλλη μέρα όλοι σχεδόν γυρίσατε στις ζωούλες σας, γιατί την πρώτη φορά που πήγα να βγω, έφαγα τα μούτρα μου άσχημα, γιατί δεν ήθελα να με μισήσετε, δεν ήθελα να με οικτίρετε, να με κοροϊδέψετε, να με συζητήσετε μετά, μόλις θα γύριζα την πλάτη.
- Είδες που δεν ήταν τόσο δύσκολο; ΗΤΑΝ ΓΙΑ ΜΕΝΑ
- Δεν νοιώθεις καλύτερα; ΟΧΙ ΛΕΜΕ
- Πως το κατάλαβες; Ε???? ΠΑΜΕ ΠΑΛΙ
- Από πότε; ΕΛΕΟΣ!!!!
- Τελείως; ΟΧΙ ΚΑΤΑ 8/10 ΜΑΛΛΟΝ
Πλάκα μου κάνετε όλοι;
Στο μυαλό μου μέσα αρχίζουν και γυρίζουν πάλι όλα. Πράγματα που είχα παλέψει πολύ να τα ξεχάσω. Πράγματα και γεγονότα που με εγκλώβισαν για δέκα και χρόνια. Τότε έτρεμα, δεν ήξερα τι θα γίνει μετά, όμως στάθηκα στα πόδια μου, βρήκα κάποια από τα λάθη μου. Πάλεψα, έπρεπε να καταφέρω να ανασυγκροτήσω πολλά. Δουλειά, συναισθήματα, αυτοπεποίθηση, εμπιστοσύνη στους γύρω μου, φιλίες που μόνος είχα βάλει στην άκρη, λεφτά.
Ποιο είναι το πιο ακριβό μάρμαρο;… μην ανυσηχεις, εγώ είμαι εδώ… οι πιο ακριβοί καπλαμάδες;…. Δε θα έχουμε λεφτά στο τέλος του μήνα…. Ξέρω εγώ… μην ανυσηχεις… μην ανησυχείς…. Εγώ είμαι εδώ….. ποιο είναι το πιο ακριβό;…..
- μα καλά με αυτόν τον μαλάκα; ΝΑΙ, ΝΑΙ ΛΕΜΕ
- μα καλά και συ δεν έβλεπες τίποτα πέρα από την μύτη σου; ΟΟΟΧΙ
- πω πω κακόμοιρε…. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ. ΝΑ ‘ΣΑΙ ΚΑΛΑ
- μα αφού ήταν ηλίου φαεινότερο! ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΙΣΩΣ
- το είχα φανταστεί! ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ
- και τώρα; ΚΕΝΟ
- Τι θα κάνεις τώρα; ΔΕΝ ΞΕΡΩ
- Χρωστάς πολλά; Ε? ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΜΟΥ ΔΩΣΕΙΣ ?
- Τι θα κάνεις; ΚΕΝΟ
- Θα κάνεις κάτι άλλο; ΚΕΝΟ
- Θα κάνεις το ίδιο; ΚΕΝΟ
- Τι; ΚΕΝΟ
- Τι ; ΔΞ/ΔΑ
Δεν ξέρω, δεν θέλω να σκέφτομαι, δεν θέλω, δεν, δεν, δεν ΔΕΝ. Ξέρω μόνο ότι θέλω να κλείσω τα αυτιά μου, τα μάτια μου. Δεν θέλω να ακούω τίποτα, να βλέπω τίποτα.
Θέλω να μην με ρωτάνε. Έχω αρχίσει να μετράω σπασμένα κομμάτια, χαμένα λεφτά, γραμμάρια, πέτρες, . Ώρες, μέρες, κερδισμένες, χαμένες, δικά μου κομμάτια, χρόνια, ζημιές. Δε θέλω να μετράω, σιχαίνομαι το μέτρημα, τους υπολογισμούς, τους απολογισμούς, όλα. Δεν θέλω να το σκέφτομαι, είχε μπει τόσα χρόνια στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Όμως έπρεπε και αυτό να βγει τώρα στην επιφάνεια. Και είναι αντίστροφη μέτρηση. Μέχρι να αρχίσω πάλι από το ένα.
- Και για πες και για τον άλλο; ΜΗ ΧΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΝΕΝΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ
- Που τον βρήκες; ΣΤΑ ΓΑΡΙΔΑΚΙΑ
- Τι γίνεται ; ΤΙΠΟΤΑ
- Μα είναι δυνατόν; ΠΟΣΟ ΗΛΙΘΙΟΙ ΕΙΣΤΕ
- Στο Internet; ΝΑΙ ΛΕΜΕ
- Πας καλά; ΕΣΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΔΗΛΑΔΗ ΟΤΙ ΠΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ…
- Έτσι γίνεται; ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ
Ναι Ναι ΝΑΙ Ναι λέμε. Έτσι γίνεται. Αλλιώς γίνεται στα bar αλλά δεν πάω, ή στα πάρκα, αλλά εκεί μόνο για πήδημα. Παντού τελικά όμως μόνο για πήδημα είναι μάλλον.
Πόσο τον έχεις;
Τι κάνεις;
Τι σου αρέσει;
Πότε;
Τώρα;
Cyber;
Θέλεις να με γαμήσεις;
ΝΑΙ ΜΑΛΑΚΑ ΕΣΕΝΑ ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΛΩ, ΑΛΛΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΔΩ ΚΑΙ ΑΥΡΙΟ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙΣ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟ ΓΑΜΗΣΙ.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΘΕΛΩ?
Έτσι γνωρίζονται μάλλον τώρα. Δεν είμαι και σίγουρος. Πριν κάνα χρόνο μπήκα στο τρίπακι. Τέτοια εποχή θα ήταν. Φρίκαρα από την πρώτη βδομάδα. Έπρεπε να το κόψω αμέσως. Δε το έκανα. Γέμιζα τις ώρες μου στη δουλειά. Ευτυχώς ήρθε το καλοκαίρι. Άρχισα να πηγαίνω στη θάλασσα. Καθόμουν ώρες πολλές πάντα. Πολλές φορές και μετά που έδυε ο ήλιος. Όμως το καλοκαίρι τελείωσε, και ξαναγύρισα στην ίδια ρουτίνα. Ξανάφτιαξα το profile μου. Πιο σωστά, με φωτογραφία. Ναι με την μούρη μου. Ναι και την έβλεπαν όλοι. Δεν ήξερα τι έψαχνα. Και δεν θέλετε να ακούσατε αυτό που έψαχνα. Αυτό που τόσα χρόνια φίλος με όλους δε μπόρεσα ποτέ να έχω. Να μοιραστώ.
Τι;
Δεν ξέρω.
Να μοιραστώ.
Να αγαπήσω, να αγαπηθώ.
Να δώσω, να πάρω, να γελάσω όπως γελάγαμε όταν ήμασταν πιο μικροί.
Να μεθύσω.
Να πάω διακοπές.
Να πάω στο Luna Park, να παίξω συγκρουόμενα.
Να κάνω μαλακιες. (πρόλαβα και έκλεψα φυτά από τα παρτέρια του Δήμου στην Αθηνάς)
Να γελάμε.
Να μεθάμε.
Να αγκαλιάσω χωρίς να φοβάμαι.
Να με αγκαλιάσουν χωρίς να τραβιέμαι.
Να είμαι σε μια παραλία και να έχει το κεφάλι του πάνω στο στέρνο μου και να μην μιλάμε
Να κάνω sex και να μη βιάζομαι να φύγω ούτε να θέλω να διωξω τον άλλον.
Να κοιμάται και να τον κοιτάζω.
Να ξυπνάω και να μένω ακίνητος μη τυχόν και τον ξυπνήσω.
Να μου σφίξει το χέρι με δύναμη μέχρι να πονέσω, αλλά να ξέρω ότι το κάνει για να μου πει ότι είμαι εδώ.
Να έχω ένα λόγο να θέλω να μείνω στο σπίτι.
Να έχω ένα λόγο να θέλω να βγω.
Να θέλω να έχω ένα λόγο να ζω την κάθε μέρα, και να περιμένω την επόμενη.
Αυτά όλα όμως δεν θέλω να τα πω σας.
Ήδη μέσα σε πεντε ώρες σας λέω 20 χρόνια σε περίληψη, που ήταν καλά κλεισμένα μέσα μου. Μετά την κάθε φορά αισθάνομαι τελείως απογυμνωμένος, τελείως ευάλωτος, τελείως εύθραυστος. Το οινόπνευμα μου λύνει κάθε βράδυ την γλώσσα. Χώρια που τρελαίνομαι για τις αντιδράσεις σας.
- και για πες; ΔΞ/ΔΑ
- τι γίνεται δηλαδή τώρα; ΔΞ/ΔΑ
- τι λέγατε; ΤΙ ΝΑ ΛΕΜΕ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ?
- τι κάνατε; ΚΟΥΛΟΥΡΑΚΙΑ ΕΝΙΟΤΕ
- γιατί πονάς; ΠΟΣΟ ΗΛΙΘΙΟΣ ΕΙΣΑΙ?
- γιατί τρώγεσαι; ΕΕΕΕ?
- τι ; ΕΠΙΡΡΗΜΑ? ΜΑΛΛΟΝ
- πως; ΜΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΕΠΙΡΡΗΜΑ ΕΙΝΑΙ
Τίποτα. Τίποτα. Δεν ξέρω μάλλον. Αυτά όλα έχω κάνει, έχω πει, έχει πει. Ναι από το Σεπτέμβριο. Ναι μια φορά μόνο. Ναι. Όχι. Μα ναι μου μίλαγε την άλλη μέρα κανονικά. Μα είχε πει αυτό. Και εκείνο. Και μιλάγαμε (τρόπος του λέγεις – στο msn) ώρες, ώρες, ώρες πολλές, και πριν και μετά, συνέχεια, συνέχεια. Αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι θέλει, τι ψάχνει. Κράταγα πάντα αυτά που ήθελα. Αφού μου είχε πει ότι δεν είναι καλά. Είναι μόνος και, και, και, πολλά ακόμα. Μου γάμαγε το μυαλό. Η κάθε κουβέντα. Ήταν αλλιώτικος. Δεν με ρώτησε ποτέ πόσο τον έχω, τι κάνω, τι δεν κάνω. Μου άρεσε ο άνθρωπος που γνώριζα. Μου γάμαγε το μυαλό.
- Και; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- τι έγινε; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- τι στράβωσε; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- και ; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- πως; ΕΙΜΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ
- γιατί; ΑΝ ΗΞΕΡΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΘΑ ΗΜΟΥΝ ΜΑΛΑΚΑΣ
Δεν Ξέρω. Θέλω να σε δω. Μόνο αυτό θυμάμαι. Θυμάμαι να το λέω κάθε μέρα. Γιατί? Γιατί δεν ήξερα πότε θα ήταν ξανά η τυχερή μου μέρα. Δεν ήξερα αλήθεια. Θέλω να πάμε για καφέ, για ποτό, να περπατήσουμε, όμως πάντα ήταν δύσκολο. Και ζήταγα συνέχεια. Δεν είναι από πείσμα. Δεν είναι η απόρριψη. Δεν είναι εμμονή. Δεν είναι κόλλημα. Δεν μπορεί κανένας σας να καταλάβει. Ούτε και γω ακόμα. Όχι. Αύριο ίσως. Θα δούμε. Και ζήταγα.
- είσαι μαλακας; ΤΟ ΕΙΠΑΜΕ ΑΥΤΟ
- Μα σου έχει ρίξει χυλόπιτα ΕΕΕΕ?
- Μα πόσο διαφορετικά να στο πει. ΠΟΙΟ ΑΚΡΙΒΩΣ?
- Ηλίθιος είσαι; ΤΟ ΕΙΠΑΜΕ ΚΑΙ ΑΥΤΟ
- Τον καταλαβαίνω απόλυτα. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
- Ξέρεις ώρες ώρες πόσο εκνευριστικός και επίμονος γίνεσαι; ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
- Αφού είσαι σπασαρχιδης ρε μαλάκα. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
- Μαλάκα σε γράφει, σε φτύνει τι άλλο θέλεις πια; ΚΕΝΟ
- Σύνελθε θα σου σκάσω μπουκέτο να έρθεις στα ίσα σου. ΜΗΠΩΣ?
- Μα είναι δυνατόν να μην μπορείς καταλάβεις τίποτα. ΕΙΝΑΙ
- Αυτό που έχεις το λένε το σύνδρομο του ηρωα ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΑ ΑΚΟΥΣΩ?
- Είναι δυνατόν να γουστάρεις τέτοιο φτύσιμο μετά από όλα όσα έχεις περάσει; ΔΕΝ ΞΕΡΩ
- Σε καταλαβαίνω… ΠΑΛΙ ΚΑΛΑ (ένας ή δύο)
- Τι δεν καταλαβαίνεις ηλίθιε; ΤΙΠΟΤΑ ΠΙΑ
- Δε ντρέπεσαι; ΟΧΙ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ?
Όχι δεν ντρέπομαι, δεν ξέρω αν είμαι ηλίθιος, έμαθα ότι γίνομαι σπασαρχιδης, εκνευριστικός, υστερικός, μαλακας, καραγκιόζης, ότι δεν θέλω να καταλάβω, δεν θέλω. Δεν ξέρω.
Μόλις χτύπησε το τηλέφωνο. Έκλεισε κατά λάθος. Ελπίζω να μην ήσουν εσύ μόνο.
Δεν μπορώ να καταφέρω να δω ποιος ήταν. Μακάρι να μην ήσουν εσύ…
Δεν ντρέπομαι. Δεν ζήταγα επειδή είμαι υστερικός, σπασαρχιδης, κολλημένος, ένας μαλακας με εμμονές. Ζήταγα επειδή δεν ξέρω πότε θα ήταν η τυχερή μου μέρα. Επειδή μπορεί την μέρα εκείνη αν δεν το ζήταγα εγώ, να το ξέχναγες εσύ.
Ζήταγα επειδή οι συμπτώσεις δεν ήταν επιτηδευμένες.
Τις φοβάμαι τις συμπτώσεις.
Πάντα τις φοβόμουν.
Και αν δω καμηλοπάρδαλη ναι θα τη φωτογραφίσω, αλλά θα την κρατήσω για μένα.
Δεν είναι εύκολο να ακούς ξαφνικά κάθε μέρα ότι είσαι σπασαρχιδης, εκνευριστικός. Δεν είμαι. Δεν είμαι λέμε. Λάθη κάνω. Δεν ξέρω πώς να ζηταω. Δεν το έμαθα ποτέ. Από τα λάθη μαθαίνει λένε κανείς. Δεν ξέρω αν έχω μάθει. Θα ήθελα να ξέρω να ζηταω. Μπορεί να είναι σωστό, αυτό που κάποτε είχα διαβάσει σε ένα χαρτάκι ημερολογίου, πως όποιος ζητάει με δειλία, ενθαρρύνει την άρνηση. Όμως δεν είναι σωστό να απαιτώ κιόλας από την άλλη. Απλά ρώταγα. Θα ? Ίσως? Ώρες ώρες σκέφτομαι πως έκανα σαν κακομαθημένο παιδί που ζητάει κάτι.
Δεν ντρέπομαι. Δεν ντρέπομαι για τίποτα, είναι ωραίο να μπορείς να αισθάνεσαι.
Μα κουτουλάς πάνω σε καθρέφτες, δεν το καταλαβαίνεις?
Όχι.
Εκείνη την ώρα μόνο, που πονάω λίγο από το χτύπημα.
Έχω μάθει να ελπίζω, μπορεί να μην ξέρω να ζηταω, μπορεί και να μην μάθω ποτέ.
Είμαι χαρούμενος παρόλα αυτά. Όχι συνέχεια. Αλλά είμαι. Κάνω σαν παιδί. Θυμώνω. Εκνευρίζομαι. Χάνομαι.
Παιχνίδια Στρατηγικής ή Mind Games
Κάποιος έχει πει ότι η ζωή είναι μια παρτίδα τάβλι.
Πόσο λάθος έχω την εντύπωση ότι ήταν όμως.
Μοιάζει πιο πολύ με πολλές παρτίδες σκάκι που αναγκάζεσαι να τις παίξεις ταυτόχρονα κιόλας πολλές φορές με διαφορετικούς αντιπάλους.
Στο τάβλι, η τύχη, η ζαριά είναι αυτή που πολλές φορές καθορίζει και παίζει πρωταρχικό ρόλο στην εξέλιξη της παρτίδας
Στο σκάκι πιστεύω πως τον σημαντικότερο ρόλο τον έχει το γεγονός ότι θα πρέπει να μπεις μέσα στο μυαλό του αντιπάλου σου, να σκεφτείς κάθε πιθανή κίνηση του, που θα ακολουθήσει την κάθε δικιά σου.
Δύσκολο.
Γιατί όση ώρα σκέφτεσαι εσύ, αντίστοιχα σκέφτεται και εκείνος όλα τα πιθανά ενδεχόμενα και ετοιμάζεται.
Το τάβλι είναι γρήγορο, διαδραστικό.
Το σκάκι από την άλλη είναι πολύ πιο αργό, έχεις όσο χρόνο θέλεις να σκεφτείς, να συνυπολογίσεις πιθανές αντιδράσεις.
Το πιο δύσκολο από όλα όμως στη ζωή, είναι όταν ο ένας νομίζει ότι είναι τάβλι και άλλος νομίζει ότι είναι σκάκι.
Ο ένας βιάζεται, ο άλλος σκέφτεται.
Ο ένας μετράει τις ζαριές, ο άλλος μελετάει τις κινήσεις.
Πόσο πιο δύσκολο είναι λοιπόν όταν έχεις δυο τρεις παρτίδες ανοιχτές ταυτόχρονα, είτε στο ίδιο επίπεδο είτε σε διαφορετικά.
Και μέσα σε όλα με τον κάθε αντίπαλο δεν ξέρεις αν πρέπει να παίξεις σκάκι ή τάβλι.
Και δεν ξέρεις σίγουρα τι άλλες παρτίδες έχει ανοιχτές
Και εδώ αρχίζει το αστείο της υπόθεσης, ότι δηλαδή τους ανθρώπους τους βλέπουμε σαν αντιπάλους.
Και αν μιλάμε για επαγγελματικά παιχνίδια έχει αρκετή λογική.
Αν όμως μιλάμε σχέσεις σε προσωπικό επίπεδο είναι πολλές φορές και αστείο και τραγικό μαζί.
Μπορεί να βρεθείς να έχεις κάποιον απέναντι σου που θέλεις σαν τρελός να παίξεις, για να τον κερδίσεις, για να τον κατακτήσεις.
Όμως εκείνος μπορεί να μη θέλει καν να μπει στη διαδικασία του παιχνιδιού.
Οπότε εσύ δεν μπορείς να καταλάβεις ούτε κατά διάνοια τι παιχνίδι πρόκειται να παίξεις.
Σε νοιάζει πιο πολύ η νίκη, το έπαθλο.
Μέσα σου είσαι σίγουρος ότι πρόκειται για σκάκι.
Σκέφτεσαι μεν, αλλά βιάζεσαι κιόλας.
Πιο πολύ από ότι στο τάβλι.
Αρχίζεις πριν καν ξεκινήσει η παρτίδα να μελετάς τις δέκα επόμενες πιθανές σου κινήσεις, μετά τις υποτιθέμενες δικές του αντιδράσεις.
Που όμως δεν τις ξέρεις.
Απλά τις σχεδιάζεις εσύ.
Μόνος σου.
Με βάση τον τρόπο που εσύ σκέφτεσαι., νομίζοντας ότι ξέρεις τον αντίπαλο.
Ότι τον έχεις καταλάβει.
Και κείνος το βλέπει σαν μια καλοκαιρινή παρτίδα τάβλι, από αυτές που τις βαριέσαι. Από αυτές στην παραλία που αναγκάζεσαι να τις παίξεις, γιατί αλλιώς θα ακούς γκρίνιες για όλες τις υπόλοιπες διακοπές.
Ο ένας θέλει να κερδίσει.
Ο άλλος να ξεμπερδεύει μια ώρα αρχίτερα, για να βουτήξει στην θάλασσα, ή για να χαθεί στο πέλαγος των δικών του παιχνιδιών, που όμως κανένα τους δεν έχει ούτε μια παρτίδα από οτιδήποτε μαζί σου.
Δεν είναι περίεργο;
Πόσο λάθος έχω την εντύπωση ότι ήταν όμως.
Μοιάζει πιο πολύ με πολλές παρτίδες σκάκι που αναγκάζεσαι να τις παίξεις ταυτόχρονα κιόλας πολλές φορές με διαφορετικούς αντιπάλους.
Στο τάβλι, η τύχη, η ζαριά είναι αυτή που πολλές φορές καθορίζει και παίζει πρωταρχικό ρόλο στην εξέλιξη της παρτίδας
Στο σκάκι πιστεύω πως τον σημαντικότερο ρόλο τον έχει το γεγονός ότι θα πρέπει να μπεις μέσα στο μυαλό του αντιπάλου σου, να σκεφτείς κάθε πιθανή κίνηση του, που θα ακολουθήσει την κάθε δικιά σου.
Δύσκολο.
Γιατί όση ώρα σκέφτεσαι εσύ, αντίστοιχα σκέφτεται και εκείνος όλα τα πιθανά ενδεχόμενα και ετοιμάζεται.
Το τάβλι είναι γρήγορο, διαδραστικό.
Το σκάκι από την άλλη είναι πολύ πιο αργό, έχεις όσο χρόνο θέλεις να σκεφτείς, να συνυπολογίσεις πιθανές αντιδράσεις.
Το πιο δύσκολο από όλα όμως στη ζωή, είναι όταν ο ένας νομίζει ότι είναι τάβλι και άλλος νομίζει ότι είναι σκάκι.
Ο ένας βιάζεται, ο άλλος σκέφτεται.
Ο ένας μετράει τις ζαριές, ο άλλος μελετάει τις κινήσεις.
Πόσο πιο δύσκολο είναι λοιπόν όταν έχεις δυο τρεις παρτίδες ανοιχτές ταυτόχρονα, είτε στο ίδιο επίπεδο είτε σε διαφορετικά.
Και μέσα σε όλα με τον κάθε αντίπαλο δεν ξέρεις αν πρέπει να παίξεις σκάκι ή τάβλι.
Και δεν ξέρεις σίγουρα τι άλλες παρτίδες έχει ανοιχτές
Και εδώ αρχίζει το αστείο της υπόθεσης, ότι δηλαδή τους ανθρώπους τους βλέπουμε σαν αντιπάλους.
Και αν μιλάμε για επαγγελματικά παιχνίδια έχει αρκετή λογική.
Αν όμως μιλάμε σχέσεις σε προσωπικό επίπεδο είναι πολλές φορές και αστείο και τραγικό μαζί.
Μπορεί να βρεθείς να έχεις κάποιον απέναντι σου που θέλεις σαν τρελός να παίξεις, για να τον κερδίσεις, για να τον κατακτήσεις.
Όμως εκείνος μπορεί να μη θέλει καν να μπει στη διαδικασία του παιχνιδιού.
Οπότε εσύ δεν μπορείς να καταλάβεις ούτε κατά διάνοια τι παιχνίδι πρόκειται να παίξεις.
Σε νοιάζει πιο πολύ η νίκη, το έπαθλο.
Μέσα σου είσαι σίγουρος ότι πρόκειται για σκάκι.
Σκέφτεσαι μεν, αλλά βιάζεσαι κιόλας.
Πιο πολύ από ότι στο τάβλι.
Αρχίζεις πριν καν ξεκινήσει η παρτίδα να μελετάς τις δέκα επόμενες πιθανές σου κινήσεις, μετά τις υποτιθέμενες δικές του αντιδράσεις.
Που όμως δεν τις ξέρεις.
Απλά τις σχεδιάζεις εσύ.
Μόνος σου.
Με βάση τον τρόπο που εσύ σκέφτεσαι., νομίζοντας ότι ξέρεις τον αντίπαλο.
Ότι τον έχεις καταλάβει.
Και κείνος το βλέπει σαν μια καλοκαιρινή παρτίδα τάβλι, από αυτές που τις βαριέσαι. Από αυτές στην παραλία που αναγκάζεσαι να τις παίξεις, γιατί αλλιώς θα ακούς γκρίνιες για όλες τις υπόλοιπες διακοπές.
Ο ένας θέλει να κερδίσει.
Ο άλλος να ξεμπερδεύει μια ώρα αρχίτερα, για να βουτήξει στην θάλασσα, ή για να χαθεί στο πέλαγος των δικών του παιχνιδιών, που όμως κανένα τους δεν έχει ούτε μια παρτίδα από οτιδήποτε μαζί σου.
Δεν είναι περίεργο;
Σάββατο 19.04.2008
Η έκρηξη δεν ήρθε ποτέ. Πίεζα πολύ καιρό τον εαυτό μου, να ξεσπάσει, και με τις πιο ασήμαντες αφορμές ακόμα. Ίσως τελικά να ήταν καλλίτερα.
Είναι μια μέρα λαμπρή. Η πρώτη ίσως μετά τον Φεβρουάριο. Είναι σύμπτωση άραγε ότι είναι το Σάββατο του Λαζάρου? Είναι τελικά πολλές οι συμπτώσεις σε αυτήν την ιστορία. Πάντα έπαιζαν ρολό οι συμπτώσεις στη ζωή μου όμως.Και δεν είναι επιτηδευμένες. Ούτε δήθεν συμπαντικές συνομωσίες.
Είναι πρώτη μέρα μετά από πολλούς μήνες που αισθάνομαι μέσα μου μια απίστευτη γαλήνη, και μια πολύ γλυκιά θλίψη μαζί όμως. Πόσο λίγο σε ήξερα τελικά. Πόσο καλλίτερος είσαι. Πόσο πιο γλυκός, από αυτό που θέλεις να βγάζεις προς τα έξω. Πόσο πιο αληθινός. Πόσο πιο ανθρώπινος. Πιο εύθραυστος.
Πόσα πράγματα είχα κάνει και σε είχαν πληγώσει χωρίς να μου περνάει καν από το μυαλό ότι ασχολεισαι.
Παρασκευή 02.05.2008 και πόσα δυστυχώς κάνω ακόμα
Σε ευχαριστώ και συγγνώμη
Είναι μια μέρα λαμπρή. Η πρώτη ίσως μετά τον Φεβρουάριο. Είναι σύμπτωση άραγε ότι είναι το Σάββατο του Λαζάρου? Είναι τελικά πολλές οι συμπτώσεις σε αυτήν την ιστορία. Πάντα έπαιζαν ρολό οι συμπτώσεις στη ζωή μου όμως.Και δεν είναι επιτηδευμένες. Ούτε δήθεν συμπαντικές συνομωσίες.
Είναι πρώτη μέρα μετά από πολλούς μήνες που αισθάνομαι μέσα μου μια απίστευτη γαλήνη, και μια πολύ γλυκιά θλίψη μαζί όμως. Πόσο λίγο σε ήξερα τελικά. Πόσο καλλίτερος είσαι. Πόσο πιο γλυκός, από αυτό που θέλεις να βγάζεις προς τα έξω. Πόσο πιο αληθινός. Πόσο πιο ανθρώπινος. Πιο εύθραυστος.
Πόσα πράγματα είχα κάνει και σε είχαν πληγώσει χωρίς να μου περνάει καν από το μυαλό ότι ασχολεισαι.
Παρασκευή 02.05.2008 και πόσα δυστυχώς κάνω ακόμα
Σε ευχαριστώ και συγγνώμη
Καλημέρα
- Μαμά Μαμά
- Τι είναι ;
- Μαμά ο K δεν παίζει μαζί μου
- Γιατί δεν παίζεις με τον αδελφό σου;
- Μαμά δε θέλω, τον φοβάμαι
- Γιατί;
- Θέλει να με αγκαλιάσει και με σφίγγει πολύ και όλο με κυνηγάει
- Μα σε αγαπάει. Γι αυτό το κάνει.
- Δεν με αγαπάει. Αν με αγαπούσε δεν θα ήθελε να παίζει με αλλά παιδάκια, ούτε θα με κυνηγούσε συνέχεια
- Δεν είναι έτσι μικρούλη και το ξέρεις αυτό.
Είχα πολύ καιρό να το δω, πάνω από μήνα. Το ξαναείδα απόψε στον ύπνο μου. Μα αυτή την φορά δεν ξύπνησα τρομαγμένος. Δεν θυμάμαι όμως στο τέλος τι έγινε…
- Τι είναι ;
- Μαμά ο K δεν παίζει μαζί μου
- Γιατί δεν παίζεις με τον αδελφό σου;
- Μαμά δε θέλω, τον φοβάμαι
- Γιατί;
- Θέλει να με αγκαλιάσει και με σφίγγει πολύ και όλο με κυνηγάει
- Μα σε αγαπάει. Γι αυτό το κάνει.
- Δεν με αγαπάει. Αν με αγαπούσε δεν θα ήθελε να παίζει με αλλά παιδάκια, ούτε θα με κυνηγούσε συνέχεια
- Δεν είναι έτσι μικρούλη και το ξέρεις αυτό.
Είχα πολύ καιρό να το δω, πάνω από μήνα. Το ξαναείδα απόψε στον ύπνο μου. Μα αυτή την φορά δεν ξύπνησα τρομαγμένος. Δεν θυμάμαι όμως στο τέλος τι έγινε…
3.5.08
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)