19.6.09
Misty Mirror
Και στέκομαι λοιπόν απέναντι στον καθρέφτη, και κοιτάζω.
Προσεχτικά.
Πολύ προσεχτικά.
Αλλά δεν μπορώ να διακρίνω κάτι ξεκάθαρα.
Είναι θολός.
Μπορώ να βάλω το χέρι μου, και να κάνω πέρα την θολούρα.
Δεν το αποφασίζω.
Όχι ακόμα.
Μπορώ να κλείσω το τηλέφωνο και να μην βασανίζομαι.
Να μην βασανίζομαι για το αν θα πάρεις.
Να μην βασανίζομαι για το τι θα πω αν πάρεις.
Δεν το κάνω.
Δεν ξέρω πια αν αυτό γίνεται για να αποδείξω κάτι στον εαυτό μου.
Αποφεύγω πια να το συζητάω.
Ή μήπως νομίζω ότι αποφεύγω, επειδή απλά δεν το συζητάω, επειδή στερούμαι πλέον ακροατών.
Γιατί ενώ με ενοχλούν οι άνθρωποι που τους διακατέχει η αυτολύπηση, επιδιώκω το ίδιο.
Γιατί, γιατί, γιατί πολλά.
Εξακολουθώ μάλλον να μην θέλω να δώσω απαντήσεις
Γιατί ενώ θέλεις να βγούμε, δε το ζητάς, αλλά περιμένεις από μένα να το πω.
Φοβάμαι πια να ζητάω.
Δεν νομίζω ότι μπορώ να αντέξω πολλά “όχι” ακόμα
Και όταν ακόμα παίρνω το ναι, από αλλού, και τονώνεται το εγώ, και η αυτοπεποίθηση, πάλι φοβάμαι να κάνω το βήμα.
Μήπως να σπάσω τον καθρέφτη αντί να τον καθαρίσω.
Και ξέρω πως όλα θα ήταν αλλιώτικα, αν….
Αν….
Σημασία έχει το “αν” όμως.
Δεν υφίσταται.
Γιατί πρέπει να περιμένω εσένα για να πάρω δύναμη να καθαρίσω τον καθρέφτη.
Παθητική επιθετικότητα.
Ωραία… και τώρα τι;
Μήπως να σπάσω τελικά τον καθρέφτη
Μήπως φοβάμαι να δω τον ξένο που κρύβεται πίσω από την θολούρα.
Μήπως δεν θέλω να βρω ποιος είμαι, να βρω τους φόβους μου, τις ανασφάλειες μου...
Μήπως μου αρέσει η εικόνα που έχουν οι άλλοι για μένα όταν με γνωρίζουν;
Τότε όμως γιατί φροντίζω να αποκαθηλώνομαι μόνος μου το συντομότερο δυνατό;
Για την ώρα εσύ φοβάσαι να μιλήσεις, να ζητήσεις, να ανοιχτείς….
Για την ώρα ο ξένος περιμένει πάνω από το τηλέφωνο
Για την ώρα ο καθρέφτης παραμένει άθικτος
Για την ώρα η θολούρα μένει στη θέση της.
16.6.09
?
Πάλι από την αρχή;
Πάλι στον πάτο;
Δεν είμαι και σίγουρος.
Πάντως το μόνο σίγουρο μάλλον είναι ότι για άλλη μια φορά εμπιστεύτηκα.
Και μου το είπες εσύ ο ίδιος.
Μπορείς και εμπιστεύεσαι τους ανθρώπους;
Μπορώ σου είπα, δεν γίνεται διαφορετικά.
Ζω με ανθρώπους, και μου αρέσει που ζω με ανθρώπους.
Τώρα γιατί έπρεπε να κάνεις εσύ αυτήν την ερώτηση και γω να σε εμπιστευτώ, είναι άλλη ιστορία.
Όπως άλλη ερώτηση είναι γιατί όταν κατάλαβα ότι πρόδωσες την εμπιστοσύνη μου, αποφάσισα να μείνω.
Τι ανάγκες είχα, τι ανάγκες μου κάλυπτες;
Γιατί πάλι ήθελα τα λίγα;
Γιατί να εξακολουθώ να τα θέλω;
Γιατί μου είναι τόσο δύσκολο να πιστέψω στον εαυτό μου;
Γιατί όταν γνωριστήκαμε, μου φάνταζε αδιανόητο ότι εσύ ήθελες εμένα;
Γιατί φοβάμαι να ζητήσω αυτό που θέλω,
αυτό που αξίζω,
γιατί φοβάμαι να πω τι αισθάνομαι,
γιατί δεν πιστεύω στον εαυτό μου;
Και ξέρω ότι κανείς δεν μπορεί
να μου δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα σαν κι αυτά,
αν δεν αποφασίσω να κοιτάξω τον ίδιο μου τον εαυτό κατάματα,
και να ζητήσω από μένα τις απαντήσεις.