28.4.12
φοβάμαι or what are the chances
9.4.12
Once, if my memory serves me well...
Once, if my memory serves me well, my life was a banquet where every heart revealed itself, where every wine flowed.
One evening I took Beauty in my arms - and I thought her bitter - and I insulted her.
I steeled myself against justice.
I fled. O witches, O misery, O hate, my treasure was left in your care!
I have withered within me all human hope. With the silent leap of a sullen beast, I have downed and strangled every joy.
I have called for executioners; I want to perish chewing on their gun butts. I have called for plagues, to suffocate in sand and blood. Unhappiness has been my god. I have lain down in the mud, and dried myself off in the crime-infested air. I have played the fool to the point of madness.
And springtime brought me the frightful laugh of an idiot.
Now recently, when I found myself ready to croak! I thought to seek the key to the banquet of old, where I might find an appetite again.
That key is Charity. - This idea proves I was dreaming!
"You will stay a hyena, etc...," shouts the demon who once crowned me with such pretty poppies. "Seek death with all your desires, and all selfishness, and all the Seven Deadly Sins."
Ah! I've taken too much of that: - still, dear Satan, don't look so annoyed, I beg you! And while waiting for a few belated cowardices, since you value in a writer all lack of descriptive or didactic flair, I pass you these few foul pages from the diary of a Damned Soul.
Arthur Rimbaud
As translated by Paul Schmidt, and published in 1976 by Harper Colophon Books, Harper & Row
4.3.12
H Κυριακή 185
1265 μέρες.
180 Κυριακές
Πόσες από αυτές τις κυριακές σε είδα.
Πολλές δεν είναι. Μπορεί ούτε 30. Αν κάτσω να προσπαθήσω, θα τις θυμηθώ όλες, μια μια μάλλον.
Όλες για κάποιον λόγο τις θυμάμαι. Γλυκόπικρα πια.
Πιο πολύ αυτές τις δυο που είχαμε κάνει τις εκδρομές με το καινούριο μου αμάξι. Με βροχή κάτω στον Σχοινιά, μετά στο Καλέντζι στην Αρζεντίνα για φαγητό, στην Μέντα για καφέ και γλυκό και μετά στην βεράντα μου, όλα τα φώτα σβηστά, στις σεζλόνγκ να βλέπουμε τα φώτα στο βάθος, να μη μιλάμε πολύ, και όμως να είναι τόσο πολλά αυτά που υπήρχαν στον αέρα. Να σε βλέπω να βουρκώνεις και να μην ξέρω τι να σε κάνω.
Θυμάμαι και όσες δε σε είδα.
Γιατί ξύπναγες αργά, ή γιατί είχες κάτι κανονίσει και δεν προλάβαινες.
Η όσες δεν είχες διάθεση να βγεις και να δεις κανέναν. Όσες γύριζες αργά τη νύχτα την νύχτα από το Λονδίνο, και περίμενα πως και πως την Δευτέρα για να πάρεις.
30 μέρες τώρα σιωπή. Έχει αρχίσει να φτιάχνει ο καιρός, να μεγαλώνει η μέρα. Να δυσκολεύουν οι Κυριακές. Αλκοόλ έχω να πιω να πιω 30 μέρες. Τα χάπια δε μου κάνουν πια τίποτα.
Σήμερα βγήκα από νωρίς. Ήθελα τον ήλιο. Μου άρεσε που μου χάιδευε το πρόσωπο. Ότι θα ήθελα να είχες κάνει εσύ. Εκεί στο Θρούμπι. Σαν πέρσι που μου μίλαγες ώρες.
Αυτές τις χαζομάρες σου που μου άρεσε να ακούω.
Ξαφνικά είδα την πλάτη σου, να μπαίνεις στο Tailor Made. Είχες περάσει δίπλα μου. Κυριακή και σήμερα. Σαν αυτές που σε παρακαλούσα να βγούμε επειδή ήταν καλή η μέρα. Δε ξέρω με ποιους είχες να βρεθείς. Ήθελα να μάθω αλήθεια είναι.
Μέχρι να μπεις, βγήκες. Έφυγες προς τα πάνω. Δε γύρισες να κοιτάξεις αλλά με είδες, με έβλεπες που σε κοίταζα. Ήθελα να φωνάξω. Να τρέξω. Δε ξέρω για ποιο λόγο. Ήθελα απλά. Μετά πέτρωσαν τα ποδιά μου. Εκεί.
Πρέπει να ήταν η Κυριακή 185.
Η πιο πικρή από όλες?
16.1.12
Λ Ε Ξ Ε Ι Σ
Μανία... Μίσος... Μετάνοια...
Hφαίστιο... Ημικρανία...
Τύψεις... Τυχαίο... Τυχάρπαστος...
Ροή... Ρήξη...
Ήλιος... Ηρεμία...
Σημάδι... Σιωπή... Συνέχεια...