18.5.13

Αράχνες

Αράχνες περίεργες. Νομίζω μέσα στο κεφάλι μου πως δεν είναι πια ένας ιστός. Πολλοί ιστοί. Άσπροι όλοι. Μπλεγμένοι ο ένας με τον άλλον. Σαν διαλυμένο κουκούλι. Ζωύφια περπατάνε. Ξαπλώνω. Δεν μπορώ να κλείσω τα μάτια μου πάνω από είκοσι λεπτά. Σηκώνομαι. Είναι 6.30. Δεν πρέπει να πιω. Μπορώ να βάλω τα χέρια μου και να τους διαλύσω. Τους αφήνω ακόμα εκεί. Με ενοχλούν. Δε βλέπω καθαρά. Κι όμως δεν τους καθαρίζω. Η συνήθεια; 2009, ο Πίθηκος του Κάφκα, η Πρίζα, ένα ζευγάρι κάλτσες. Φύγε, μη φεύγεις. 2013 πάλι κάτι κάλτσες. Ένα ζευγάρι γυαλιά. Το σιχάθηκα. Ένα χαμόγελο που εκείνη την ώρα ήθελα να σε χαστουκίσω. Και μετά. Και τώρα ακόμα. Πάρε με είπες. Πάρε εσύ όταν μπορείς.

Πονάω μέρες τώρα σε όλα τα κόκαλά μου. Διαρκώς. Δεν έχω ιδέα τι μπορεί να είναι. Φοβάμαι λίγο. Τι κυνηγάω πια; Ένα ρολό κλειστό. Ένα μισάνοιχτο. Τα φώτα σβηστά. Μετά αναμμένα. Μετά ανοιχτά ρολά. Και τζάμια ανοιχτά. Τα μάτια μου χώνονται όλο και πιο βαθειά. Στο κεφάλι μέσα κι άλλες αράχνες.2010, σπίτι σου, δεν ήξερα τι άκουγα, I went everywhere for you. I even painted my toenails for you. I'm in orbit all the way around you, And I would fall out into the night, Can't go a minute without your ...

Σίγουρα έχει αράχνες μέσα στο κεφάλι μου. Ζωντανές. Περπατάνε, τις νιώθω να μου γαργαλάνε την εσωτερική πλευρά του κρανίου. Θέλω να βρω έναν τρόπο να βάλω το χέρι μου μέσα στο κεφάλι μου. Να το ξύσω μέχρι να ματώσει. Να χωθούν στα νύχια μου μέσα οι αράχνες σκοτωμένες, πολτοποιημένες.

Τόση ώρα και δεν σταματάει. Νόμιζα πως είχε τελειώσει. Ένα ξεκούρδιστο βιολί ήρθε να κάνει παρέα στις αράχνες. Αυγά σπασμένα που τρέχει το ασπράδι παντού σιχαμένο. Και οι αράχνες με γαργαλάνε ακόμα. Ας φύγει κάποιος ή ας σπάσει κάποιος το βιολί. Πρέπει να τελειώσω.

Σήμερα ένοιωσα σαν παιδάκι που πεινάει έξω από μια βιτρίνα με γλυκά ή με ζουμερά κοτόπουλα. Με πήρε από το χέρι. Έλα να πεις γεια. Ήρθα. Είπα γεια. Μετά δεν ήξερα τι άλλο να πω. Μετά είχαν αρχίσει να έρχονται οι αράχνες. Το χαμόγελο με πάγωσε. Έφυγα. Αλλά δεν μπορώ να σηκώσω πια τα πόδια μου να κάνω βήματα. Σαν να έχω μείνει εκεί.

Οι ιστοί νομίζω έχουν αρχίσει να αντικαθιστούν τον εγκέφαλο. Πρέπει να βρω έναν τρόπο να βάλω το χέρι μου μέσα.

12.5.13

A Single Man

Ξαφνικά αυτό που παρακαλούσες γίνεται…

Ξαφνικά ο άνθρωπος που ήταν η έμπνευσή σου, που ξύπναγες και ήταν η πρώτη σου σκέψη, που ξάπλωνες και ήταν στο μυαλό σου, που στοίχειωνε τον ύπνο σου, ξαφνικά σου ζητάει να του δώσεις ξανά το χέρι που κάποτε άπλωνες για να βοηθήσεις.
Θα είναι αρκετά χρόνια…
Επέμενα πως δεν κλωτσάς έναν άνθρωπο που βουλιάζει.
Δίνεις το χέρι λοιπόν.
Δε ξέρεις τι να περιμένεις, τι να ευχηθείς…
Δίνεις το χέρι απλά…
Ακούς ένα ευχαριστώ που έπρεπε να έχεις ακούσει χρόνια πριν…
Κανένα συναίσθημα…
Λίγο πίκρα ίσως…
Ούτε καν παράπονο…
Μια αδιόρατη περιέργεια για την συνέχεια…
Και αρχίζεις μόνος σου την αποκαθήλωση…
Ήρεμα, κομμάτι κομμάτι…
Γκρεμίζεις τον μύθο που εσύ είχες πλάσει…
Δεν έχεις καν την περιέργεια να επεξεργαστείς τα κομμάτια που ξεκρεμάς…
Απλά τα ακουμπάς κάτω, το ένα δίπλα στο άλλο, χωρίς ευλάβεια, απλά με προσοχή…
Με προσοχή μην τυχόν και σαπίσουν περισσότερο…
Δεν έζησες το όνειρο…
Απλά είσαι εκεί τώρα να δεις την συνέχεια, που δεν ξέρεις αν θέλεις να δεις όμως πια…
Σε άκουγα, να μου μιλάς ή να μονολογείς, χθες την ώρα που με είχε πάρει ο ύπνος στην αγκαλιά σου…
Κανένα σκίρτημα…
Τι κυνηγάς…;
Τι ψάχνω…;
Τι είναι όλο αυτό πάλι…;
Έχει αρχίζει και με φοβίζει κάτι, απροσδιόριστο μακρινό ίσως, που δεν έχει σχέση με σένα, εσύ μόνο για κάποιο λόγο ζωντάνεψες τον εφιάλτη…

Ένας, μόνος, μονός, εφιάλτης…